ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΑΣ ΣΤΟ:

adakiprus@hotmail.com

(παρακαλούμε να μας υπογράφετε με ένα όνομα /ψευδόνυμο ή με τα αρχικά σας)


Κυριακή 25 Μαΐου 2008

Αναρχισμός του Βασίλη Ραφαηλίδη

Η αναρχία είναι μια κατάσταση φυσική. Κάθε φυσιολογικός άνθρωπος δεν μπορεί παρά να νιώθει άσχημα όταν κάποιος ή κάποιοι προσπαθούν να περιορίσουν την φυσική για κάθε άνθρωπο τάση να φέρεται φυσικά. Η εξουσία είναι κάτι το παρά φύση. Στην φύση δεν υπάρχει εξουσία, υπάρχει ηγεσία. Ηγέτης είναι αυτός που ηγείται, που προηγείται και δείχνει τον δρόμο στους άλλους για να μη χαθούν. Το κριάρι δεν ασκεί εξουσία στο κοπάδι, απλώς ηγείται του κοπαδιού.
Μια μικρή ή μεγάλη ομάδα ανθρώπων εύκολα δέχεται ως φυσικό ηγέτη αυτόν που αναδεικνύεται φυσικά, μέσα από φυσικές, μη καταναγκαστικές, αυτόματες διαδικασίας. Οι άνθρωποι, ακόμα κι όταν δεν το δείχνουν, πάντα δυσφορούν όταν ο ηγέτης έρχεται έτοιμος απ' έξω ή πέφτει με αλεξίπτωτο από πάνω.
Αναρχία, λοιπόν, είναι η άρνηση κάθε μορφής εξουσίας που δεν είναι φυσική και κοινά αποδεκτή από όλους και όχι μόνον από την πλειοψηφία. Η αναρχία πάει σταθερά κόντρα σε κάθε είδους αρχή, σε κάθε μορφή εξουσίας, θρησκευτική, πολιτική, κομματική.
Η αναρχία και η ελευθερία είναι σχεδόν συνώνυμα. Οι προσπάθειες των φιλοσόφων να τοποθετήσουν τα όρια της ατομικής ελευθερίας ενός ανθρώπου δίπλα στα όρια της ατομικής ελευθερίας του κάθε ανθρώπου δεν είναι παρά μια θεωρητική επιβεβαίωση του κύριου αιτήματος του αναρχισμού για σεβασμό της ατομικότητας και της προσωπικότητας του καθένα.
Αρκεί, βέβαια, τούτη η προσωπικότητα να μην είναι χονδροειδώς ετεροκαθορισμένη και με τον ψυχολογικό μηχανισμό της "ψευδούς συνειδήσεως" να γίνεται αντιληπτή από το άτομο σαν αβίαστα αυτοκαθορισμένη. Δεν είναι δυνατόν κάποιος να πιστεύει πως είναι άνθρωπος με προσωπικότητα, όταν είναι καταφάνερο πως το συνειδησιακό περιεχόμενο της προσωπικότητάς του δεν δημιουργήθηκε κάτω από μια πολύ μεγάλη δέσμη ανεμπόδιστων επιδράσεων αλλά μπήκε στην συνείδηση με "μετάγγιση" από μια κοινή δεξαμενή, ας πούμε από τον Θεό, από την κομματική ιδεολογία, από την συλλογική "εθνική ψυχή", από τον Αρχηγό.
Το αναρχικό κίνημα, με τις πολλές και ποικίλες παραλλαγές του, αποσκοπεί στην εγκαθίδρυση στην κοινωνία καθεστώτος πραγματικής ισότητας, πραγματικής αδελφοσύνης, πραγματικής δικαιοσύνης, έξω και πέρα από κάθε καταναγκασμό που βάζει όρια και στην ισότητα, και στην αδελφοσύνη, και στην δικαιοσύνη. Ο αναρχισμός, η απόρριψη της Αρχής, της εξουσίας σε όλες της τις μορφές, είναι ένα ιδανικό για την αβίαστα και ελεύθερα αυτορυθμιζόμενη προσωπικότητα.
Μια συγκεκριμένη "κοινωνία ζώων" δεν αλληλοσπαράσσεται. Τα μέλη της ανακαλύπτουν την αξία της φυσικής κοινωνικότητας μόνα τους, με βάση το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Το φυσικό δίκαιο δεν είναι το δίκαιο της ζούγκλας. Γίνεται, όμως, δίκαιο της ζούγκλας όσον αφορά τις "εξωτερικές σχέσεις". Μια ομάδα ζώων του ίδιου είδους μπορεί να βρίσκεται σε σταθερά εχθρικές σχέσεις με μια άλλη ομάδα ζώων διαφορετικού είδους.
Αν αντιμετωπίζουμε τις ανθρώπινες φυλές σαν διαφορετικά ζωικά είδη που αλληλοσπαράσσονται μέχρι εξοντώσεως, τότε δεν είμαστε μόνο ρατσιστές, είμαστε ζώα, αφού ξέρουμε πως όλοι οι άνθρωποι, ασχέτως φυλής, ανήκουν στο ίδιο βιολογικό είδος.
Κανένας άνθρωπος δεν διαφέρει από τον άλλο όσον αφορά τις βιολογικές λειτουργίες. Κάθε διαφορά στην εξωτερική εμφάνιση έχει σχέση μάλλον με το περιβάλλον παρά με την βιολογία. Όταν ζεις στην διακεκαυμένη ζώνη είναι σαν να κάνεις μια διαρκή, καταναγκαστική ηλιοθεραπεία. Το δέρμα σου μαυρίζει και το επίκτητο χαρακτηριστικό γίνεται κληρονομικό με την εγγραφή του στο DNA. Κάθε λευκός θα μαυρίσει ύστερα από χίλιες γενιές απογόνων αν εγκατασταθεί σήμερα στην Νιγηρία, για παράδειγμα. Κάθε διαφορά, λοιπόν, ανάμεσα σε φυλές είναι διαφορά ανάμεσα σε συμφέροντα και όχι σε αίματα.
Ο εθνικισμός είναι πολιτιστικό δεδομένο. Στηρίζεται στην διαφορετικότητα των πολιτισμών, ή μάλλον στην ιεράρχηση των πολιτισμών, αν δεχτούμε πως θα ήταν δυνατό να υπάρξει μια τέτοια ιεράρχηση, πράγμα που ο μεγάλος εθνολόγος και δημιουργός του δομισμού (στρουχτουραλισμού) Λεβί-Στρός το απορρίπτει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο.
Δεν υπάρχει ανώτερος και κατώτερος πολιτισμός, λέει ο Λεβί-Στρος. Κάθε πολιτισμός υπάρχει «καθ' εαυτόν και διά τον εαυτό του», όπως θα έλεγαν οι υπαρξιστές. Μόνο η τερατώδης αλαζονεία του αποικιοκράτη Ευρωπαίου θα κάνει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό μέτρο σύγκρισης για όλους τους άλλους.
Γιατί οι Ινδιάνοι της Αμερικής να μη βλέπουν σαν κατώτερο του δικού τους τον εξοντωτικό ευρωπαϊκό πολιτισμό που τους καθυπόταξε; Και τι θα μπορούσε να σημαίνει η νοσταλγία του "πολιτισμένου" για τον "χαμένο παράδεισο", αν όχι μια αναγνώριση της αξίας πολιτισμών που δεν μοιάζουν με τον δικό του; Ο αναρχισμός πριν απ' όλα είναι μια αποδοχή της ετερότητας, ένας σεβασμός του διαφορετικού, μια συνεργασία με το «όλως άλλο», όπως θα έλεγε ο Κροπότκιν.
Ο αναρχισμός, δίνοντας έμφαση στην αυτοκαθοριζόμενη προσωπικότητα, είναι φυσικό να απεχθάνεται κάθε αγελαία συμπεριφορά ακόμα και την εθνικιστική, πολύ περισσότερο την ρατσιστική. Ωστόσο, κάθε τόσο εμφανίζονται αγέλες "αναρχικών".
Βέβαια, δεν πρόκειται για κλασικού τύπου αναρχικούς, αλλά για "αναρχοαυτόνομους", που είναι το ακριβώς αντίθετο των αναρχικών. Οι αναρχικοί είναι εξόχως κοινωνικοποιημένα άτομα. Κύριος στόχος τους είναι η δημιουργία μιας όσο το δυνατόν πιο φυσικής κοινωνίας, χωρίς καταναγκασμούς και καταπίεση. Οι αναρχοαυτόνομοι, αντίθετα, είναι τέρατα εγωισμού, επιδεικτικά εχθρικοί όχι μόνο προς τον αντιφρονούντα αλλά και προς τον ομοϊδεάτη τους. Είναι αυτοί ακριβώς που γελοιοποιούν σταθερά και μόνιμα το αναρχικό κίνημα με την ίδια περίπου έννοια που οι γραφειοκράτες κομμουνιστές γελοιοποιούν σταθερά και μόνιμα το κομμουνιστικό κίνημα.
Ωστόσο, έχουν και οι αναρχοαυτόνομοι τον μεγάλο θεωρητικό τους. Λέγεται Μαξ Στίρνερ (1806-1856).
Κατά τον Στίρνερ, δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα ανεξάρτητη από το άτομο. Η κοινωνία, το κράτος, οι τάξεις, οι άλλοι άνθρωποι αποτελούν αφαιρέσεις. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να παίρνει κανείς στα σοβαρά όλα αυτά τα σκιώδη. Η μόνη πραγματικότητα είναι το άτομο και τίποτα άλλο έξω απ' αυτό. Ένας τέτοιος ριζικά αντικοινωνικός εγωισμός ονομάζεται "σολιπσισμός". Είμαι τόσο μόνος ("solus") που η μόνη γνήσια συνείδηση που μπορώ να έχω είναι η συνείδηση του εαυτού μου.
Φυσικά, οι αναρχοαυτόνομοι δεν είναι τέτοιοι γιατί μελέτησαν Μαξ Στίρνερ, που είναι ένας πολύ σοβαρός φιλόσοφος, αλλά διότι δεν έχουν κανενός είδους ιδανικά, ιδεατούς στόχους προς τους οποίους οι άνθρωποι προσανατολίζουν την συμπεριφορά και την δράση τους, άσχετα από την επιτυχή ή ανεπιτυχή έκβαση της προσπάθειας. Τα ιδανικά είναι "σημαδούρες". Δεν υπάρχουν για να πραγματώνονται αλλά για να μπορούμε να προσανατολίζουμε την συμπεριφορά μας και να μην χανόμαστε στο χάος.
Ο Μαξ Στίρνερ είναι ένας απελπισμένος άνθρωπος που βλέπει την χρεοκοπία των χριστιανικών ιδανικών και θλίβεται. Και ενώ στην αρχή πιάνεται από τα σοσιαλιστικά ιδανικά, τα εγκαταλείπει και αυτά ως εξ ίσου ανεπαρκή με τα χριστιανικά.
Ακριβώς τέτοιοι είναι και οι σημερινοί αναρχοαυτόνομοι. Χωρίς να είναι φιλόσοφοι για να μπορούν να μετατρέψουν την απελπισία τους σε φιλοσοφικό κείμενο, την μεταγράφουν σε καταστροφικές πράξεις για να μας πουν στην γλώσσα που καταλαβαίνουμε καλύτερα πως ξέρουν ότι είμαστε απατεώνες, παντελώς αδιάφοροι για το μέλλον του κόσμου, συνεπώς και το δικό τους μέλλον, μέσα στο οποίο ανακλάται πολλαπλασιαζόμενη η απελπισία του άνεργου πατέρα και ο σπαραγμός της αγράμματης μάνας, που άδικα περιμένει την εξ ύψους βοήθεια. Γιατί, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι να μην είναι εχθρικοί απέναντι σ' έναν κόσμο εχθρικό; Δεν υπάρχει τίποτα το παράλογο στην "παράλογη" συμπεριφορά εφήβων που ξέρουν σε ποιόν κόσμο βρέθηκαν πεταγμένοι. Και τα χειρότερα δεν ήρθαν ακόμα. Ο κόσμος γέμισε "σολίστες" που αρνούνται να παίξουν με ορχήστρα.
Η αναρχία είναι τόσο παλιά, όσο οι Στωικοί και κυρίως οι Κυνικοί φιλόσοφοι της αρχαίας Ελλάδας. Εμείς ξέρουμε τον Διογένη μόνο από το πιθάρι του ή το φανάρι του και όχι από συμπεριφορές πολύ πιο τυπικά αναρχικές, όπως για παράδειγμα η αδιάκοπη παρενόχληση των αρχόντων.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Διογένης είπε στον Μέγα Αλέξανδρο που πλησίασε να δει γιατί ο φιλόσοφος δεν εγκαταλείπει έστω για λίγο την ηλιοθεραπεία του, έστω από απλή περιέργεια να δει ποιος τέλος πάντως είναι αυτός ο σπουδαίος Αλέξανδρος από την Μακεδονία, «Τραβήξου πιο πέρα, μου κρύβεις τον ήλιο». Έστω και σε μορφή ανεκδότου, η συμπεριφορά του Διογένη είναι τυπικότατα αναρχική. Η εξουσία πράγματι καταστρέφει τις φυσικές καταστάσεις. Ένας άλλος βασιλιάς δεν τόλμησε να τιμωρήσει τον μεγαλοφυή αναρχικό Μπετόβεν όταν δεν έβγαλε το καπέλο του την στιγμή που περνούσε από μπροστά του η βασιλική άμαξα- και αυτό δεν είναι ανέκδοτο, είναι γεγονός. Ρώτησαν τον Μπετόβεν γιατί έκανε κάτι τόσο παράτολμο κι αυτός απάντησε φυσικότατα: «Μα, ο βασιλιάς πρέπει να βγάζει το καπέλο του όταν με βλέπει!»Οι καλλιτέχνες είναι φύσει αναρχικοί. Η όποια εξουσία ασκούν με το ταλέντο τους είναι μια φυσική εξουσία και συνεπώς αυτονοήτως σεβαστή.
Οι Κυνικοί, που τους είπαν έτσι χλευαστικά γιατί η συμπεριφορά τους ήταν τόσο φυσική όσο και του σκύλου (του κυνός) εμφανίζονται σε περίοδο παρακμής της Δημοκρατίας. Η κυνική φιλοσοφία, η πρώτη γνωστή μορφή αναρχισμού, δεν είναι παρά μια κριτική της Δημοκρατίας, που δεν τα κατάφερε να εδραιωθεί τόσο ώστε να μη χρειαστεί να παραδοθεί στην ασιατικής καταγωγής μακεδονική αυταρχία.
Σε όλη την διάρκεια του χριστιανικού Μεσαίωνα η αναρχική ιδέα θα πάρει την μορφή σατανά και θα χωθεί στις ψυχές των μαγισσών, που τολμούν και απειθαρχούν στις εντολές των επί της γης τοποτηρητών της Υπέρτατης Εξουσίας. Ας είναι καλά εκεί στην κόλαση που βρίσκονται αυτές οι υπέροχες γυναίκες που ενστικτωδώς κατάλαβαν πως αν δεν ξεσφίξεις τα πόδια σου για να αφήσεις να περάσει από την τρύπα ο σατανάς και να σε κατακυριεύσει, αναρχική, δηλαδή επαναστατική διάθεση είναι δύσκολο να αποκτήσεις. Όπως έλεγαν οι "σενσιμονιστές", τα δικαιώματα της σάρκας είναι φυσικά και άρα αναρχικά δικαιώματα. Το κρεβάτι, ένα αντικείμενο τριπλής χρήσεως, όταν δεν το έχεις μόνο για να κοιμάσαι ή να πεθαίνεις σε οριζόντια θέση, είναι πρώτης τάξεως τόπος για ασκήσεις λυτρωτικού αναρχισμού.
Τόσο πολύ θα εξευτελίσει την αναρχική ιδέα ο χριστιανισμός, που στο εξής οι Κυνικοί δεν θα είναι φιλόσοφοι, αλλά άνθρωποι που τολμούν να λένε τα πράγματα με το όνομά τους, αρνούμενοι να χρησιμοποιήσουν τον συμβατικό, κοινόχρηστο λόγο του ποιμνίου.
Παρά ταύτα, όταν τα πράγματα καταλαγιάσουν και όλες οι μάγισσες καούν στην πυρά, ο χριστιανισμός θα είναι αυτός που θα ξαναφέρει στην μόδα τον αναρχισμό. Και δεν εννοούμε μόνο τις πάμπολλες αναρχικές χριστιανικές αιρέσεις, σαν τους "Καθαρούς" για παράδειγμα, εννοούμε πρωτίστως τον χριστιανικό φιλοσοφικό αναρχισμό του άγγλου Γουίλιαμ Γκόντουιν (1756-1836), που λέει πως μόνον η σκέψη και το πνεύμα δικαιούνται να κυβερνούν τον κόσμο και όχι οι κοσμικοί άρχοντες ή οι παπάδες με το δανεικό πνεύμα.
Το πνεύμα ή το έχεις ή δεν το έχεις, από την φύση και από την αγωγή. «Ούτε το μυστήριο της βαπτίσεως, ούτε το άλλο της χειροτονίας μπορούν να σε κάνουν πνευματικό άνθρωπο», λέει ο καλός χριστιανός Γκόντουιν. Η Θεία Χάρη δεν μεταγγίζεται με τύπου άμπρα-κατάμπρα επεμβάσεις έξωθεν, λέει ο καλός χριστιανός Γκόντουιν και βρίσκει τον μπελά του από άλλους καλούς χριστιανούς, που όλη τους την πνευματικότητα την παίρνουν με διαρκείς μεταγγίσεις πνεύματος από την αστείρευτη πηγή του Αγίου Πνεύματος. Την ξέρουμε την καλοσύνη αυτών των εμβολιασμένων με καλοσύνη. Μοιάζουν μ' αυτούς που πάσχουν από μεσογειακή αναιμία και κάνουν συνεχείς μεταγγίσεις επί ματαίω.
Περίπου τα ίδια θα πει και ένας άλλος σπουδαίος χριστιανός αναρχικός, ορθόδοξος αυτός, ο Λέων Τολστόι (1828-1910). Που δεν έγραψε μόνο τα δημοφιλή μυθιστορήματα "Πόλεμος και ειρήνη" και "Αννα Κερένινα", αλλά και τα φιλοσοφικά πεζογραφήματα "Το κράτος του ζόφου" και "Ο θάνατος του Ιβάν Ίλιτς", δύο συγκλονιστικά κείμενα ορθόδοξου χριστιανικού αναρχισμού.
Σημειώστε πως η ορθοδοξία είναι αναρχική εκ κατασκευής. Στην καθαρή της μορφή δεν αποδέχεται κανενός είδους εξουσία, ούτε καν του μητροπολίτη, ούτε καν του πατριάρχη. Αν δεν αποδεχόταν και την απ' ευθείας στην συνείδηση του πιστού δρώσα θεϊκή εξουσία, θα ήταν ένας τέλειος αναρχισμός. Ο τολστοϊσμός, που παραλίγο θα γινόταν κάποτε χριστιανική αίρεση, είναι μια πιο ριζοσπαστική μετακίνηση της ορθοδοξίας προς την μεριά του αναρχισμού.
Θέλω να πω πως ο χριστιανισμός και ειδικότερα η ορθοδοξία, η πιο παλιά μορφή χριστιανισμού, διατηρεί ακόμα την προκωνσταντινική ανάμνηση των αναρχομεταφυσικών αγώνων της κατά της ρωμαϊκής εξουσίας και της εξουσίας των πλουσίων. Ο τολστοϊσμός είναι μια απόπειρα απαγκίστρωσης της ορθοδοξίας από το εξουσιαστικό φορτίο που της έβαλε στην ράχη η Ιστορία για να κάνει την δουλειά της με το παπαδαριό και την τρομοκρατία της κόλασης. Κι εσείς μου μιλάτε για τρομοκράτες εντελώς της πλάκας αν τους συγκρίνεις με τον αρχιτρομοκράτη Θεό, τον μόνο που διατηρεί το δικαίωμα όποτε θέλει να αγαπά και όποτε θέλει να μισεί τον πλησίον του, όπως λέει ο είρων Λαμπίς.
Ο αναρχισμός δεν είναι κατ' ανάγκην βίαιος. Αλλωστε, άλλο τρομοκρατία και άλλο αναρχία. Η τρομοκρατία, μία ανάμεσα σε πολλές μορφή βίαιου αναρχισμού, είναι η άσκηση εξουσίας διά του τρόμου. Αυτό σημαίνει πως η εξ ορισμού αντιεξουσιαστική κλασική προμπακουνική αναρχία είναι εχθρός τής εξ ορισμού σκληρής εξουσιαστικής τρομοκρατίας.
Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν το αναρχικό κίνημα συναντήσει στον δρόμο του το μεταγενέστερο κομμουνιστικό κίνημα, για να προκύψει από την διασταύρωση το υβρίδιο του αναρχοκομμουνισμού του Μιχαήλ Μπακούνιν και του Πιότρ Κροπότκιν. Οι αριστεροί τρομοκράτες (υπάρχουν και δεξιοί τρομοκράτες) δεν είναι ούτε αναρχικοί, ούτε κομμουνιστές. είναι αναρχοκομμουνιστές, παιδιά του Μπακούνιν και όχι του Μαρξ. Επειδή, όμως, τον Μαρξ και τον Μπακούνιν, δύο θανάσιμους εχθρούς, που όσο ζούσαν τρώγονταν σαν τα σκυλιά, που λέμε, τους συνέδεε κάτι κοινό, ο κομμουνισμός, ο αναρχοκομμουνισμός θα δώσει μια τεράστια ποικιλία μειγμάτων, που άλλα έχουν μέσα τους περισσότερο μαρξισμό και άλλα περισσότερο μπακουνισμό.
O προυντονισμός δεν έχει μέσα του ίχνος κομμουνισμού. Και όμως είναι αναρχισμός, και μάλιστα η πρώτη μορφή οργανωμένου αναρχισμού. Ο Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν (1809-1865) είναι αυτός που θα αναγάγει τον αναρχισμό από ηθικό αίτημα που ήταν μέχρι τότε, σε πολιτικό κίνημα, και θα καθιερώσει τον όρο ως πολιτικό όρο. Στο περιλάλητο σύγγραμμά του "Τι είναι η ιδιοκτησία;" γραμμένο το 1840, θα δώσει μια απάντηση που θα γίνει κλασική: «Η ιδιοκτησία είναι κλοπή».
Εν τούτοις, ο Προυντόν δεν είναι κατά της ατομικής ιδιοκτησίας, είναι κατά της κλεμμένης ιδιοκτησίας. Ρουσφέτια, μίζες, απάτες, αρπαγές, πουστιές διάφορες, όλα αυτά τα εξόχως καπιταλιστικά είναι αυστηρά απαγορευμένα στον ηθικοκεντρικό καπιταλιστικό αναρχισμό του Προυντόν, τον «μικροαστικό αναρχισμό», όπως έλεγε ο Μαρξ.
Επειδή τίποτα δεν μπορείς να πετύχεις με τον καταναγκασμό, λέει ο Προυντόν, πρέπει να βρεις τρόπο να διασφαλίσεις την κοινωνία από κάθε εξουσιαστική παρεκτροπή. Η προυντονική λύση στο δύσκολο αυτό πρόβλημα είναι ένα πάρα πολύ πυκνό δίκτυο παραγωγικών και καταναλωτικών συνεταιρισμών, που ενώνονται ελεύθερα σε ομοσπονδίες, κι αυτές σε συνομοσπονδίες. Έτσι, προκύπτει στο τέλος ένα κράτος χωρίς κεντρική εξουσία, ένα μη-κράτος συνεταίρων.
Αυτό που σήμερα λέγεται αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση είναι προυντονισμός. Πράγματι, όσο πιο αποκεντρωμένο είναι το κράτος, τόσο λιγότερο αισθητή είναι η παρουσία του. Και αν κάθε αυτοδιοικούμενη περιοχή γίνει μια ομοσπονδία συνεταιρισμών, ο συνεταιριστικός αναρχισμός του Προυντόν μετατρέπεται σε αναρχικό διοικητικό σύστημα.
Η ιδέα είναι εντελώς συναρπαστική. Και απολύτως πραγματοποιήσιμη, λέει ο νεοπρουντονικός Νόαμ Τσόμσκι, ο μεγάλος γλωσσολόγος και διεθνής ηγέτης του σύγχρονου ειρηνικού, μη κομμουνιστικού αναρχικού κινήματος. Θα ευχόταν κανείς η συνεταιριστική ιδέα, την αξία της οποίος πρώτος επεσήμανε ο Όουεν, να αναπτύσσεται συνεχώς και περισσότερο. Ο καπιταλισμός σίγουρα θα αποκτούσε πιο ανθρώπινο πρόσωπο.
Όμως, η αποτυχία του παμπάλαιου χριστιανικού κοινοτισμού, που δεν είναι παρά περιορισμένου εύρους προυντονισμός (οι ενορίες ήταν κάποτε παραγωγικοί και καταναλωτικοί συνεταιρισμοί), δείχνει πως οι συνεταιρισμοί είναι η ασπιρίνη και όχι το φάρμακο στον καρκίνο του καπιταλισμού.
Μετά τον Καρλ Μαρξ όλοι πλέον ξέρουμε πως η ατομική ιδιοκτησία δεν θα ήταν δυνατό να είναι στατική έννοια. Καπιταλισμός που δεν επεκτείνεται συνεχώς, κάποτε καταρρέει. Βιομηχανίες που δεν κατακτούν διαρκώς νέες αγορές για να τοποθετήσουν την αυξανόμενη παραγωγή που θα δώσει τα αυξημένα κέρδη, δεν αναπτύσσονται και κάποτε καταρρέουν κάτω από την πίεση ομόλογων βιομηχανιών, που αναπτύσσονται.
Ο ανελέητος ανταγωνισμός είναι νόμος απαράβατος στον καπιταλισμό. Στον γεμάτο καλές προθέσεις προυντονισμό, δεν είναι. Ο προυντονισμός είναι μια κλειστή οικονομία χωρίς δυνατότητες ανάπτυξης, ο καπιταλισμός είναι μια ανοιχτή οικονομία με κολοσσιαίες δυνατότητες ανάπτυξης. Ωστόσο, στα όρια και τα πλαίσια του υπάρχοντος καπιταλισμού, ο προυντονισμός είναι η πιο προωθημένη μορφή σοσιαλδημοκρατίας. Ο αναρχισμός του Προυντόν δίνει πράγματι ένα ανθρώπινο πρόσωπο στον καπιταλισμό. Ο προυντονισμός έχει το τεράστιο ηθικό πλεονέκτημα να καταργεί το κράτος ειρηνικά και στα γρήγορα. Δεν είναι τυχαίο που ο προυντονισμός, μια εξαιρετικά γοητευτική μορφή ειρηνικού αναρχισμού, θα γίνει τόσο δημοφιλής.
Όμως, το κράτος δεν καταργείται όσο υπάρχει ατομική ιδιοκτησία και κατά συνέπεια ανταγωνιστικές τάξεις, που καθιστούν αναγκαία την ύπαρξη του κράτους, λέει ο Μαρξ. Το κράτος μαραζώνει σιγά-σιγά μέχρι την πλήρη εξαφάνισή του στην αταξική κοινωνία, λέει ο Μαρξ και αρπάζεται άγρια τόσο με τον σύγχρονό του Προυντόν όσο και με τον ομοίως σύγχρονο και φίλο του μέχρι τότε Μπακούνιν.
Στο πολιτικό του ξεκίνημα ο Μιχαήλ Μπακούνιν (1814-1876) είναι φίλος και με τον Προυντόν και με τον Μαρξ. Όμως θα τσακωθεί πολύ άσχημα και με τους δύο. Με τον Προυντόν γιατί ο Μπακούνιν είναι κομμουνιστής, ονειρεύεται δηλαδή την αταξική και συνεπώς μη καπιταλιστική κοινωνία, και με τον Μαρξ διότι θέλει το αταξικό κράτος εδώ και τώρα, χωρίς την διαμεσολάβηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, που ιστορικός προορισμός της είναι, κατά τον Μαρξ, να οδηγεί το κράτος στον δρόμο ενός συνεχούς μαρασμού, μέχρι την πλήρη εξαφάνισή του στην αταξική κοινωνία. Η οποία δεν μπορεί παρά να είναι αναρχική, αφού δεν θα υπάρχει σ' αυτήν εξουσία.
Αν επαναστατήσουμε όλοι όσοι μισούμε την ατομική ιδιοκτησία, την υπεύθυνη για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας, και αν όλοι μαζί, προλετάριοι και μη, χτυπήσουμε σκληρά τον καπιταλισμό, τότε φτάνουμε στα γρήγορα στον κομμουνισμό χωρίς να περιμένουμε να μαραζώσει το κράτος και κουραφέξαλα, λέει ο πολύ βιαστικός Μπακούνιν.
Το σχέδιο του Μπακούνιν φαίνεται ακόμα πιο γοητευτικό απ' αυτό του Προυντόν, όχι μόνο γιατί έχει μέσα του πολλή δράση, αλλά και διότι υπόσχεται έναν κομμουνισμό που θα τον ζήσουν αυτοί που θα τον φτιάξουν. Ενώ ο κομμουνισμός του Μαρξ είναι δυσκίνητος. Ποιος μπορεί να ξέρει τι είναι δυνατό να συμβεί μέχρι την έλευση της αταξικής κοινωνίας, με μια δικτατορία του προλεταριάτου συνεχώς πάνω από το κεφάλι σου;Σήμερα όλοι ξέρουμε τι είναι δυνατό να συμβεί αφού συνέβη. Όμως, όλοι ξέρουμε επίσης τι συνέβη και με την Κομμούνα του Παρισιού το 1871. Τσακίστηκε στα γρήγορα και εξαφανίστηκε μέσα σε λίγες μέρες. Κράτος δεν είναι η κυβέρνηση, κράτος είναι η βία, λέει ο Μαρξ επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Προμηθέα. Κράτος χωρίς αστυνομία και στρατό δεν νοείται. Εδώ δεν νικάει ο καλύτερος, όπως στον στίβο, αλλά ο καλύτερα οπλισμένος ή αυτός που θα πιάσει στον ύπνο τον καλύτερα οπλισμένο, όπως έγινε κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Για να συνοψίσουμε: Οι προυντονικοί είναι αναρχικοί, αλλά δεν είναι κομμουνιστές. Οι μπακουνικοί είναι και αναρχικοί και κομμουνιστές, αλλά δεν είναι μαρξιστές. Οι μαρξικοί είναι κομμουνιστές διαρκώς και αναρχικοί μακροπροθέσμως. Και στα τρία ρεύματα ο αναρχισμός είναι η κοινή συνιστώσα. Όμως, αναρχισμός υπάρχει και στον χριστιανισμό, όπως είπαμε. Αρα ο αναρχισμός, στις πολλές παραλλαγές του, είναι μια απολύτως κυρίαρχη κατάσταση.Το 1876, την χρονιά του θανάτου του Μπακούνιν, που όσο ζούσε διατηρούσε ζεστό το αίμα στις φλέβες των αναρχικών, ο Ιταλός αναρχικός Ενρίκο Μαλατέστα θα δημιουργήσει μια καινούργια παραλλαγή αναρχισμού. Αφού οι προυντονιστές, οι μπακουνιστές και οι μαρξιστές δεν μπορούν να τα βρουν και να δράσουν συντονισμένα, καλό είναι να μη σταματήσουμε να ενεργούμε ένας-ένας ή σε μικρές ομάδες.
Αυτήν την μορφή δράσης ο Ενρίκο Μαλατέστα την ονομάζει «έμπρακτη προπαγάνδα». Χρειάζεται, λέει ο Μαλατέστα, η έμπρακτη προπαγάνδα για να διατηρείται υψηλό το αγωνιστικό φρόνημα του λαού, μέχρι να έρθει η κατάλληλη στιγμή της επανάστασης - όποτε κι αν έρθει.
Η άποψη του Μαλατέστα θα βρει μια απροσδόκητα μεγάλη απήχηση. Ανταποκρίνεται θαυμάσια στον κοινωνικό ατομικισμό του αναρχισμού και ξεπερνάει την μεγάλη δυσκολία της συλλογικής οργάνωσης και δράσης. Τρεις φορές επιχείρησαν οι αναρχικοί να φτιάξουν δική τους Διεθνή, και τις τρεις απέτυχαν παταγωδώς. Μαζική δράση και αναρχισμός είναι έννοιες αντιφατικές εξ ορισμού.
Ο Μαλατέστα συνέλαβε το κοινωνικό νόημα του φιλοσοφικού Κυνισμού των αρχαίων Ελλήνων: Κάθε τόσο πρέπει παρενοχλείς τους κατέχοντες την εξουσία με διακεκομμένα χτυπήματα. Και με μια αυτόματη αλλαγή βάρδιας, μετατρέπεις τον βίαιο, τον μπακουνικό αναρχισμό σε μια κατάσταση διιστορική.
Αυτό ακριβώς είναι το μπακουνικής και όχι μαρξικής καταγωγής σημερινό αναρχικό κίνημα, που ποτέ δεν είχε την επιδοκιμασία των κομμουνιστικών κομμάτων. Αλλά πάντα εύρισκε κρυφή και ανομολόγητη αποδοχή από την λαϊκή συνείδηση. Ο ταλαιπωρημένος ανθρωπάκος, με τον χωροφύλακα, τον δικαστή και τον φορατζή συνεχώς πάνω απ' το κεφάλι του, γνωρίζει καλά τι σημαίνει εξουσία.Μόνο σε μια ειδική περίπτωση ο αναρχισμός θα γίνει μαζικό λαϊκό κίνημα. Ο αναρχοσυνδικαλισμός είναι ένα από τα πιο έξυπνα και πιο τίμια λαϊκά κινήματα που εμφανίστηκαν ποτέ.
Το 1895, μια ομάδα Γάλλων αναρχικών ιδρύουν μια νέας μορφής εργατική ομοσπονδία, όχι χωρισμένη σε κλάδους ανάλογα με το είδος της εργασίας, αλλά μαζική και συμπαγή. Όχι, ας πούμε εργάτες χάλυβος απ' τη μια, εργάτες Τύπου απ' την άλλη (που έχουν γράψει Ιστορία στο αναρχικό κίνημα), αλλά εργάτες σκέτα. Μόνο έτσι θα ξεπεραστεί η λογική κατά τα άλλα τάση για υπεράσπιση των κλαδικών συμφερόντων και θα τονιστεί ο μαζικός και ταξικός χαρακτήρας του συνδικαλισμού.
Κύριος σκοπός ύπαρξης αυτών των σωματείων δεν είναι οι οικονομικές διεκδικήσεις, που μπαίνουν πάντα σε δεύτερο πλάνο, αλλά η οργάνωση γενικών απεργιών με απώτερο στόχο την παράλυση και την κατάρρευση του καπιταλιστικού κράτους και την ανάληψη της εξουσίας απ' ευθείας από τα συνδικάτα. Στην διάρκεια των μεγάλων απεργιών οι απεργοί και οι οικογένειές τους συντηρούνται από ένα καλά οργανωμένο ταμείο απεργιακής αρωγής.Ο γαλλικός θεσμός του αναρχοσυνδικαλισμού θα διαδοθεί ταχύτατα στην Ιταλία και κυρίως την Ισπανία. Για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, ο ισπανικός αναρχοσυνδικαλισμός, παρ' όλο που δεν έχει την υποστήριξη των κομμουνιστών, -εντελώς το αντίθετο μάλιστα- θα γίνει ο φόβος και ο τρόμος των βιομηχάνων, που χρησιμοποιούν πάρα πολύ συχνά το νόμιμο δικαίωμά τους για ανταπεργία (λοκ-άουτ).
Το πανίσχυρο αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα ήταν η πρώτη πολιτική δύναμη στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Όμως, ήταν πολύ ισχυρό από πολύ νωρίτερα, από το τέλος του περασμένου αιώνα. Αν στον εμφύλιο πόλεμο είχε την υποστήριξη του κομμουνιστικού κόμματος, θα μπορούσε ίσως να καταλάβει την εξουσία πολύ άνετα όταν δημιουργήθηκαν οι κατάλληλες συνθήκες.Τόσο μεγάλο και τόσο καλά οργανωμένο ήταν το αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα στην Ισπανία, που στα χρόνια του εμφυλίου, σε συνθήκες πάρα πολύ αντίξοες, οι αναρχικοί μπόρεσαν να οργανώσουν υποδειγματικές κολεκτίβες, κάνοντας τον Φράνκο και τους περί αυτόν καθολικούς και φεουδάρχες να λυσσάξουν.
Με την σειρά τους θα λυσσάξουν και οι αναρχικοί και θα αρχίσουν να καίνε εκκλησίες και να σκοτώνουν παπάδες, οι οποίοι έχουν ήδη πιαστεί γερά από το ξίφος του στρατηγού Φρανθίσκο Φράνκο. Τόσο λυσσώδη εμφύλιο πόλεμο δεν θα βρείτε άλλον στην παγκόσμια Ιστορία, όσο κι αν ψάξετε. Το πολιτειακό πρόβλημα τότε δεν παιζόταν στα ζάρια μόνο ανάμεσα στην δημοκρατία και τον φασισμό, αλλά και ανάμεσα στην αστική δημοκρατία, την οποία στήριζαν οι κομμουνιστές, και τον φασισμό από την μια μεριά, και από την άλλη τον αναρχικό, τον μπακουνικό κομμουνισμό. Τελικά, θα κερδίσει ο φασισμός.
Ωστόσο, ένα σπάνιο φαινόμενο συμπεριφοράς της μάζας θα δείξει με τον πιο καθαρό τρόπο πως ο αναρχισμός έχει βαθιές ρίζες στην λαϊκή συνείδηση.
Ο σαρωτικός Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι, μία από τις πιο σπάνιες και χαρισματικές μορφές λαϊκού ηγέτη, πριν σκοτωθεί μ' έναν εντελώς μυστηριώδη τρόπο και περάσει στον χώρο των λαϊκών θρύλων, ήταν ήδη αποδεκτός από ένα τεράστιο πλήθος Ισπανών, ασχέτως πολιτικής τοποθετήσεως. Η κηδεία, στην Βαρκελόνη, αυτού του πολύ μεγάλου αναρχικού ηγέτη είναι ένα φαινόμενο που ακόμα το μελετούν οι ειδικοί στην συμπεριφορά της μάζας. Μιλιούνια λαού από ολόκληρη την δημοκρατική εμφυλιοπολεμική Ισπανία δεν παρακολουθούν απλώς μια κηδεία, θα ήταν αδύνατο άλλωστε να περπατούν πίσω από ένα φέρετρο εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, αλλά κλαίνε μαζικά, κατά ομάδες, για τον θάνατο ενός πεθαμένου Θεού, του οποίου η ανάσταση δεν θ' αργήσει. (Για περισσότερα και ακριβέστερα, βλέπε το αριστούργημα του Χανς Μάγκνους Έντσεσμπέργκερ "Το σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας").
Είναι βέβαιο πως η αναρχία έχει βαθιές και δυνατές ρίζες στην μάζα. Αυτό το ήξερε καλά και ο αναρχικός μάλλον, παρά κομμουνιστής κατ' ουσίαν, Αρης Βελουχιώτης, όταν μάζευε γύρω του ένα πλήθος "παρανόμων".
Ο Φραντς Φανόν, ο θεωρητικός της αλγερινής επανάστασης, στο βιβλίο του "Της γης οι κολασμένοι" δεν αναφέρεται στους κολασμένους του "Κομμουνιστικού Μανιφέστου" αλλά στην αναρχική διάθεση που κρύβουν μέσα τους οι λούμπεν, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν επαναστατικά με έξυπνους χειρισμούς.
Όλοι οι ριψοκίνδυνοι χρειάζονται σε μια επανάσταση όταν ήδη έχει ξεσπάσει. Δεν είναι εύκολο πράγμα η εξόντωση του ταξικού εχθρού, που έχει στην διάθεσή του τις πολύ ισχυρές δυνάμεις καταστολής, τους άνδρες των οποίων χρησιμοποιεί το σύστημα βαναύσως εκμεταλλευτικά έναντι πινακίου ολοένα και περισσότερο δυσεύρετης φακής.Με λούμπεν κάνουν εκείνοι την δουλειά τους; Με λούμπεν θα κάνουμε και εμείς την δική μας. Αν είχαμε προλετάριους, θα την κάναμε με προλετάριους. Αυτό που σίγουρα έχουμε σε υπεραφθονία είναι η αναρχική διάθεση. Όλοι οι νορμάλ άνθρωποι κρύβουν μέσα τους έναν αναρχικό. Ακόμα και οι άνδρες των ΜΑΤ. Προς το παρόν μάς λιανίζουν, αφού γι' αυτό πληρώνονται. Αλλά νομίζετε πως δεν έχουν συνείδηση της βαρβαρότητας του συστήματος που τους χρησιμοποιεί εκμεταλλευόμενο την ανάγκη για επιβίωση των σύγχρονων σκλάβων;
Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν θα μπορούσαν να είναι αναρχικοί οι πάντες, αφού ήταν αναρχικός ένας γνήσιος Ρώσος αριστοκράτης, ο Μιχαήλ Μπακούνιν, και κυρίως ένας γνησιότατος Ρώσος πρίγκιπας, ο Πιότρ Κροπότκιν (1842-1921), ο πιο μεγάλος θεωρητικός του αναρχισμού, που διετέλεσε και υπασπιστής του τσάρου Αλέξανδρου Β', αυτού ακριβώς που δολοφόνησαν οι αναρχικοί το 1881. Πάντως, δεν τον δολοφόνησε ο Κροπότκιν. Αλλά επειδή ήταν ήδη φιλοαναρχικός, απελάθηκε από την Ρωσία αμέσως μετά την δολοφονία του φίλου του, του τσάρου.
Δεν εκτελέστηκε, γιατί ήταν πρίγκιπας. Αλλά μόλις φτάσει στην Γαλλία, θα αποποιηθεί επισήμως τον τίτλο του πρίγκιπα και το 1883 οι Γάλλοι, για να τον τιμωρήσου και για λογαριασμό των Ρώσων, τον κλείνουν τρία χρόνια φυλακή.
Όταν αποφυλακίζεται το 1886, πηγαίνει στην Αγγλία, όπου ζει τα επόμενα 30 χρόνια της ζωής του. Θα επιστρέψει στην πατρίδα του με την έκρηξη της Επανάστασης το 1917, αλλά δεν θα πάρει μέρος. Ως γνήσιος αναρχικός δεν είναι υπέρ της βίαιης επανάστασης, όπου πεθαίνουν πολλοί, είναι υπέρ των μεμονωμένων εκτελέσεων σε κλασικό αναρχικό στυλ, για να γίνεται οικονομία στο αίμα και για να γίνεται αβίωτος ο βίος των αστών. Η αριστερή τρομοκρατία είναι μια λεπτή και δύσκολη τέχνη, που απαιτεί υψηλό δείκτη νοημοσύνης και επιδεξιότητα νευροχειρουργού.Ο φίλος του Πιότρ Κροπότκιν, Όσκαρ Ουάιλντ, ένας ακόμα διάσημος αναρχικός, λέει πως ο αυτοκαθαιρεθείς πρίγκιπας ήταν «ένας από τους δύο αληθινά ευτυχισμένους ανθρώπους που γνώρισε στη ζωή του». Και ο Ρομέν Ρολάν θα γράψει πως «ο Κροπότκιν έζησε αυτά που πρέσβευε μεν, αλλά δεν μπόρεσε να κάνει ο Λέων Τολστόι».Όσο για τους Μπολσεβίκους, αυτοί τίμησαν τον Κροπότκιν στην κηδεία του επιτρέποντας στις χιλιάδες των Ρώσων οπαδών του, που υπήρχαν ακόμα το τέταρτο έτος της Επανάστασης, το 1921, να ακολουθήσουν το φέρετρο με αναπεπταμένες μαύρες αντί για κόκκινες σημαίες. Αλλά αυτό θα συμβεί για τελευταία φορά. Στο εξής, όλοι οι Ρώσοι θα φορούν κόκκινα. Τα μαύρα, άλλου είδους μαύρα, θα τα ξαναφορέσουν πολύ αργότερα, το 1991.
Ο Πιότρ Κροπότκιν ήταν ο πιο καλός πρίγκιπας που έζησε ποτέ. Ένας γνήσιος πρίγκιπας της εντιμότητας και του ήθους, που στο αριστούργημά του "Αμοιβαία βοήθεια" λέει πως στον καιρό μας ούτε καν οι μεγαλοφυείς μπορούν να κάνουν κάτι μόνοι τους. Η ανάγκη για συλλογική δράση θα γίνεται ολοένα και περισσότερο απαραίτητη σε όλα τα επίπεδα. Μέσα απ' αυτήν την ανάγκη για συλλογική δράση και με την ανάπτυξη όλων των δεξιοτήτων του καθένα χωριστά προκειμένου η συλλογική δράση να είναι πιο αποτελεσματική, η ανθρωπότητα θα οδηγηθεί κάποτε κατ' ανάγκην στον αναρχοκομμουνισμό. Είθε, άθεε Άγιε Πιότρ ΚροπότκινΑλήτες σαν τον Νετσάγεφ, που σκοτώνουν για την χαρά του φόνου, θα τρυπώνουν πάντα ανάμεσα στους αναρχικούς. Αλλά δεν είναι αυτοί οι γνήσιοι αναρχικοί. Οι γνήσιοι αναρχικοί έχουν κάτι από την συμπεριφορά του Διογένη και το ήθος του Κροπότκιν, ίσως του πιο έντιμου ανθρώπου που περπάτησε ποτέ στην γη.

Δευτέρα 12 Μαΐου 2008

Ελευθεριακός σοσιαλισμός και πολιτιστική πολιτική - ( Α.Π. σύντροφος απο Τραίνο)

Ελευθεριακος σοσιαλισμός και πολιτιστική πολιτική/cultural politics

[Σημειώσεις- αρχικό πλαίσιο αναφοράς]

Εισαγωγή: ελευθεριακος σοσιαλισμός και μαρξιστική ανάλυση

Πριν ξεκινήσουμε πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τους όρους της ανάλυσης: ο όρος «ελευθεριακος σοσιαλισμός» αναφέρεται στο ιστορικό αναρχικό κίνημα. Ανκαι μερικά από τα ρεύματα που συγκροτούν το κλασικό αναρχικό κίνημα [όπως λ.χ. ο αναρχοατομικισμος] δεν μπορεί να πει κάποιος ότι εισηγούνται ένα είδος συλλογικού καθεστώτος όπως ο σοσιαλισμός, εντούτοις τάσσονται [όπως και τα άλλα αναρχικά ρεύματα] ενάντια στον καπιταλισμό – σαν την κυρίαρχη μορφή δόμησης της εξουσίας στην νεωτερικοτητα. Οπότε η έννοια του ελευθεριακου σοσιαλισμού προσδιορίζει τόσο την αμφισβήτηση της εξουσίας [που είναι ο πυρήνας της αναρχικής ανάλυσης] όσο και την κριτική του καπιταλισμού – και διαχωρίζεται έτσι από ρεύματα όπως αυτό των «free market libertarians» οι οποίοι εκφράζουν απλά μια lifestyle εκδοχή του νεοφιλελευθερισμού. Η συγκριτική αναφορά στον μαρξισμό είναι και μεθοδολογική αλλά και ιστορική. Μεθοδολογικά ο μαρξισμός [σαν οι πολλαπλές ερμηνειες/προεκτασεις του κομβικού σημείου που έκφρασε το έργο του Μαρξ] υπήρξε αναμφισβήτητα ιστορικά η πιο χρήσιμη μέθοδος ανάλυσης του καπιταλισμού. Ταυτόχρονα ο μαρξισμός υπήρξε [σαν ιδεολογία στο εργατικό κίνημα αλλά και την αριστερά ευρύτερα] ο ιστορικός αντίπαλος του αναρχικού κινήματος στον χώρο των κοινωνικών /ιστορικών δυνάμεων της κοινωνικής μεταμόρφωσης. Η συγκριτική λοιπόν ανάλυση έχει σαν στόχο την θεωρητικη/μεθοδολογικη «τοποθέτηση» αλλά και την ιστορικη/κοινωνιολογικη ερμηνεία

Η βασική διάφορα ανάμεσα στον μαρξιστικό σοσιαλισμό /κομμουνισμό και τον αναρχικό ανάγεται συνήθως στην διαφωνία Μαρξ – Μπακουνιν για τον ρόλο του κράτους, αλλά και για το ιστορικό υποκείμενο το οποίο θα μπορούσε να φέρει την κοινωνική μεταμόρφωση. Οι αναρχικοί γενικά υποστήριζαν ότι το κράτος δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αλλαγή της κοινωνίας γιατί κουβαλούσε μέσα του το πρόβλημα – την συγκρότηση της εξουσίας. Κατά συνέπεια μια πραγματική κοινωνική επανάσταση θα έπρεπε να στοχεύει στην κατάργηση τόσο του καπιταλισμού όσο και του κράτους. Και αντίστοιχα οι αναρχικοί δεν εστίαζαν κατ’ ανάγκη [η μόνο] στην εργατική τάξη σαν το πιθανό [ η αναπόφευκτο δομικά] επαναστατικό υποκείμενο - οι αγρότες, οι λουμπεν, και άλλες κοινωνικές ομάδες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κινήματα και ρήγματα με προοπτική την κοινωνική αλλαγή σύμφωνα με την αναρχική οπτική.

Θα μπορούσε κάποιος να μείνει σε αυτήν την αρχική αναφορά για την διάφορα στο χώρο των ιδεών. Αλλά αυτό δεν θα σήμαινε τίποτε παραπάνω από την έκφραση μιας φιλολογικής συζήτησης. Είναι πιο λογικό [κοινωνιολογικά] να υποθέσει κάποιος ότι ο αναρχισμός και ο μαρξισμός εκφραζαν/εκφραζουν διαφορετικές ιστορικές και κοινωνικές δυναμικές. Και για αυτό σε διαφορετικές περιόδους εμφανίζονταν σαν «κυρίαρχοι» στο επαναστατικό κίνημα: ο αναρχισμός φαινόταν να έχει το πάνω χέρι την περίοδο 1880-1914 [ενώ σε αυτήν την περίοδο ο μαρξισμός επηρέαζε περισσότερο την σοσιαλδημοκρατία και τα μεταρρυθμίσθηκα εργατικά κινήματα], ενώ ο μαρξισμός κυριάρχησε σαφώς μετά το 1917. Αυτή η κυριαρχία διατηρήθηκε μέχρι τις δεκαετίες του 1960-70 όταν η κρίση του «ιστορικού νεωτερικου» εργατικού κινήματος συνοδευτηκε/οδηγησε σε κρίση του μαρξισμού – ενώ η ανάδυση νέων κοινωνικών κινημάτων από την σφαίρα της καθημερινότητας και της κουλτούρας οδήγησε σε μια διάχυτη αναβίωση του αναρχισμού και της ριζοσπαστικής ελευθεριακης σκέψης και πρακτικής.

Ιστορικά ο μαρξισμός έκφρασε την συμμαχία μιας πτέρυγας της μοντέρνας διανόησης με την οργανωμένη εργατική τάξη των πόλεων - την εργατική τάξη των εργοστάσιων που ανκαι δεν μπορούσε να διαβάσει τον Μαρξ, εντούτοις μπορούσε να καταλάβει το «κάλεσμα» του στον εργάτη σαν «δημιουργό της ιστορίας». Και καθώς ο μαρξισμός απλωνόταν, έγινε σταδιακά [ και μετά το 1917 αλματωδώς] ένα παγκόσμιο κίνημα το οποίο μπορούσε να παράξει μια ποικιλία ερμηνειών από το έργο του Μαρξ για να αντιμετωπίσει μια εξίσου ευρεία ποικιλία συνθηκών που πηγαζαν/κατασκευαζονταν από το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Έτσι από την προλεταριακή πρωτοπορία στο κόμμα του Λένιν, περάσαμε στο επαναστατικά κομμουνιστικά κόμματα που καθοδηγούσαν [με εκπληκτική επιτυχία η συγκινητική αυταπάρνηση] αγροτικά κινήματα από την άπω ανατολή μέχρι την λατινική Αμερική…

Ο αναρχισμός αντίθετα δεν είχε ποτέ ένα ενιαίο θεωρητικό πλαίσιο για να λειτουργήσει ελκυστικά για την μοντέρνα κριτική διανόηση – ιδιαίτερα την ακαδημαϊκή. Δεν υπήρχε στον αναρχισμό ένα έργο στο οποίο να μπορούν να προβάλλονται [ η από το οποίο να αντλούνται] ποικίλες ερμηνείες με βάση μια αναλυτική μεθοδο. Ο αναρχισμός υπήρξε περισσότερο η έκφραση κινημάτων, και συλλογικών εμπειριών – μια επαναστατική πρακτική χωρίς καθοδηγητική θεωρία. Και αυτό υπήρξε η δύναμη και η αδυναμία του.

Ρεύματα που συγκροτούν το ιστορικό αναρχικό κίνημα

Εάν στον μαρξισμό υπάρχουν ποικίλες ερμηνείες [η μεταρρυθμιστική-σοσιαλδημοκρατική, η λενινιστική, η μαοϊκή, η τροτσκιστικη κλπ], στον αναρχισμό έχουμε 4 ρεύματα τα οποία διαμορφώθηκαν στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και τα οποία συγκλίνουν στο να διαμορφώσουν την εικόνα του αναρχισμού σαν ενός ημιτελους/ανοιχτου θεωρητικού πλαισίου που έχει σαν κοινό πόλο αναφοράς την κριτική της εξουσίας. Η αφετηρία όμως είναι συνήθως διαφορετική και η έμφαση σε κάθε τάση εκφράζει και διαφορετικές κοινωνικές ομάδες – η διαφορετικές στάσεις επαναστατών σε διαφορετικές συνθήκες.

1. Αναρχοατομικισμος. Η πνευματική μορφή πίσω από αυτό το κίνημα είναι ο Μαξ Στιρνερ και η εικόνα του για την μελλοντικη/απελευθερωμενη κοινωνία μοιάζει με ένα είδος συνεργασίας [κοινωνίας?] των αυτόνομων ατόμων- «εγωιστών». Η κεντρική θέση του Στιρνερ είναι ότι ο βασικός στόχος πρέπει να είναι η διασφάλιση της αυτονομίας του ατόμου απέναντι σε κάθε εξουσία – είτε κρατική είτε άλλη [λ.χ. της κοινωνικής ηθικής, της «τυραννίας της πλειοψηφίας» κλπ]. Στον αναρχο-ατομικισμό φαίνεται καθαρά η μια γραμμη/ταση που θα συγκροτήσει τον αναρχισμό – ο φιλελευθερισμός. Ενώ ο μαρξισμός θα αντιμετωπίσει κριτικά τον φιλελευθερισμό σαν ιδεολογία της ανερχόμενης αστικής τάξης – ιστορικά προοδευτική για κάποιο στάδιο αλλά όχι μετά την εμφάνιση του σοσιαλισμού- ο αναρχισμός ενσωμάτωσε βασικά στοιχεία του φιλελευθερισμού όπως την έμφαση στην ατομικοτητα/αυτονομια και την καχυποψία απέναντι στο κράτος. Στον ατομικισμό του Στιρνερ ο φιλελευθερισμός φτάνει σε ένα άκρο και ξεπερνά τον κατεστημένο του ρόλο σαν ιδεολογία της αστικής τάξης – προαναγγέλλει κατά κάποιο τρόπο την φιλοσοφική θέση του υπαρξισμού στον 20ο αιώνα. Μέσα στο αναρχικό κίνημα υπήρχαν πάντα τάσεις που αντλούσαν την έμπνευση τους από αυτό το ρεύμα αλλά σαφώς δεν υπήρχε ένα συγκροτημένο κίνημα. Αυτό το ρεύμα, φαίνεται ότι, γινόταν πιο έντονο σε περιόδους κοινωνικής απομόνωσης/ περιθωριοποίησης των αναρχικών η σαν αντίβαρο σε άλλες τάσεις πιο συλλογικές [όπως ο αναρχοκομμουνισμος και ο αναρχοσυνδικαλισμος] μέσα στον αναρχικό χώρο.

2. Αναρχοκομμουνισμος [η αναρχο-κοινοτισμός]. Αυτό το ρεύμα αναπτύχθηκε μετά τα μέσα του 19ου αιώνα και επηρεάστηκε σαφώς από την άνοδο των εργατικών-σοσιαλιστικών κινημάτων. Εδώ ο αναρχισμός συναντά τον σοσιαλισμό [η, θα μπορούσε να πει κάποιος, ο αναρχισμός αναδεικνύεται μέσα από την συνθεση/διασταυρωση φιλελευθερισμού και σοσιαλισμού].[1] Εν μέρει πνευματικός πατέρας αυτού κινήματος μπορεί να θεωρηθεί ο Μπακουνιν.[2] Αλλά ο Μπακουνιν συμπύκνωνε στην δράση του, στα αποσπασματικά του κείμενα, και στην γοητεία που ασκούσε [και ασκεί] στην επαναστατική φαντασία, τον αναρχισμό σαν σύνολο απέναντι στον Μαρξ – και τον Μαρξισμό. Η διαφωνία τους [καταγραμμένη σε κείμενα για την κομμούνα αλλά και με μια ενδιαφέρουσα σαφήνεια σε σχόλια του ίδιου του Μαρξ στο κείμενο του Μπακουνιν][3] έκφραζε την λογική της ρήξης - και κωδικοποίησε [στο «θεός και κράτος»] τις βασικές παραμέτρους αυτού που ονομάζεται ευρύτερα αναρχισμός. Ο θεωρητικός που οικοδόμησε μια συνολική θεωρία [ η οποία άσκησε μια γοητεία αντίστοιχη του μαρξισμού μέχρι την δεκαετία του 1920] ήταν ο Κροποτκιν – ο οποίος επέκτεινε την λογική της οικοδόμησης εναλλακτικών θεσμών που είχε εισηγηθεί από πιο παλιά ο Προυντον συνδυάζοντας την με την επαναστατική ρήξη την οποία εισήγαγε σαν κεντρική θέση ο Μπακουνιν . Στον Κροποτκιν η σύμπλευση φιλελευθερισμού και σοσιαλισμού είναι συνειδητή. Και όσον και αν ο Κροποτκιν δικαιολογούσε την δεκαετία του 1880 την επαναστατική βία ατόμων [«προπαγάνδα της πράξης»][4] εντούτοις το θεωρητικό πλαίσιο το οποίο προμήθευσε [σαν σύνθεση] στα αναρχικά κινήματα ήταν βασικά εξελικτικό/evolutionary. Η βασική του θέση ήταν ότι στις ανθρώπινες κοινωνίες η εξέλιξη/evolution [που περιγραφόταν σαν «πόλεμος επιβίωσης και επικράτησης» από τον Δαρβίνο η τον κοινωνικό δαρβινισμό] διαμεσολαβείται [και χαρακτηρίζεται] από την «αλληλοβοήθεια»/mutual aid [σαν εξελικτικό χαρακτηριστικό της φύσης αλλά και των ανθρώπινων κοινωνιών]. Σε αυτό το πλαίσιο η σύγχρονη κοινωνία είναι το αποκορύφωμα μιας μακριάς εξέλιξης - και τώρα πια οι άνθρωποι μπορούν [χάρις στην γνώση και την τεχνολογία] να οικοδομήσουν μια ελευθεριακη κομμουνιστική κοινωνία – η επανάσταση θα είναι με αυτήν την έννοια ένα εξελικτικό άλμα . Το παράδειγμα του ταχυδρομείου σαν μοντέλου για την λειτουργία της «κοινωνίας χωρίς εξουσία» που αναφέρει και ο Λένιν [στο «κράτος και επανάσταση»] ήταν ένα συνηθισμένο αναρχικό παράδειγμα για το πως θα μπορούσε να λειτουργήσει μια ελευθεριακη κοινωνία – η για τα στοιχεία αυτοοργανωσης που υπήρχαν ήδη στην κοινωνία. Όσον αφορά το επαναστατικό υποκείμενο ο Κροποτκιν αναφερόταν σε κοινωνικες/κοινωνιολογικες τάσεις και όχι μόνο στην εργατική τάξη. Αφού η ανάλυση του εστιαζόταν στην δημιουργία «θεσμών χωρίς εξουσία», δεν υπήρχε πριμοδότηση της στρατηγικής θέσης της εργατικής τάξης – όπως στο μαρξισμό. Αντίθετα σε αυτό το θεωρητικό πλαίσιο [του Κροποτκιν - και την ευρύτερη τάση στο αναρχικό κίνημα] γίνεται πιο σαφής η διαφοροποίηση από τον μαρξισμό [και τα ευρύτερα εργατικά-σοσιαλιστικά κινήματα]: ο στόχος δεν είναι μόνο ο καπιταλισμός [σαν οικονομικό σύστημα που είναι ο πυρηνας/βαση του ευρύτερου κοινωνικού συστήματος] αλλά η εξουσία σαν δομή η οποία λειτουργεί σαν ένα είδος «οργανωτικής αρχής» σε διαφορετικές κοινωνικές σφαίρες. Η Εμμα Γκολντμαν λ.χ. θα εφαρμόσει την αναρχική κριτική στην καταπίεση της γυναίκας από τις πατριαρχικές δομές αλλά και στην ευρύτερη καταπίεση του ερωτισμού – χωρίς να αναζητά να αιτιολογήσει αυτές τις μορφές καταπίεσης η καταστολής με αναφορές στις δυναμικές των οικονομικών δομών. [5] Για αυτό και η επιστροφή του αναρχισμού μετά την δεκαετία του 60, μπορεί να ξεκινά από την γοητεία της μοντερνιστικής «άρνησης» του Μπακουνιν, αλλά αντλεί την αναλυτική της έμπνευση περισσότερο από τον Κροποτκιν και την ευρύτερη θέση ότι το κεντρικό επαναστατικό ζήτημα πρέπει να είναι η [πλουραλιστικη/πολλαπλη] αντιμετώπιση των μορφών της εξουσίας σε διαφορετικές κοινωνικές σφαίρες. Και αυτό φάνηκε και στα κινήματα νεολαίας [με την γοητεία του αναρχισμού στην εναλλακτική κουλτούρα των χίπηδων και στην εξεγερσιακη στάση των αναρχοαυτόνομων] αλλά και στο οικολογικό κίνημα [με θεωρητικούς εκφραστές όπως τον Μ. Μπουκσιν] και εν μέρει το φεμινιστικό κίνημα.

3. Αναρχοσυνδικαλισμος. Αν ο αναρχοκομμουνισμος απευθυνόταν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, ο αναρχοσυνδικαλισμος υπήρξε το αναρχικό ρεύμα που εστιάστηκε στην εργατική τάξη [τους τεχνίτες-μάστορες αλλά και τους «ανειδίκευτους»-μετανάστες εργάτες] [6] και για ένα διάστημα από το 1890 μέχρι το 1920 υπήρξε ένας βασικός οργανωτικός παράγοντας στο εργατικό κίνημα σε πολλές [ιδιαίτερα] λατινογλωσσες χώρες [Γαλλία, Ιταλία, λατινική Αμερική, Ισπανία] αλλά και στις ΗΠΑ [με τους wobblies, I.W.W.]. Ο αναρχοσυνδικαλισμος υιοθέτησε μέρος της μαρξιστικής ανάλυσης για τον καπιταλισμό αλλά προσπάθησε να εφαρμόσει την αναρχική θέση για κατάργηση της εξουσίας και δημιουργίας εναλλακτικών θεσμών [από τον Κροποτκιν] που θα μπορούσαν να διαδεχθούν τον καπιταλισμό και το κράτος – τα συνδικάτα ήταν ουσιαστικά οι πυρήνες του εναλλακτικών θεσμών που θα αναλάμβαναν την ομοσπονδιακή αυτοδιαχειριση/οργανωση της κοινωνίας μετά την κατάργηση του κράτους και του καπιταλισμού. Παρά το ότι η ιστορία του εργατικού κινήματος έχει έντονα τα χαρακτηριστικά του αναρχικού κινήματος [λ.χ. οι θρυλικοί νεκροί της πρωτομαγιάς ήταν αναρχικοί] εντούτοις η επανάσταση που σφράγισε την αναρχική ιστορία και την διαφοροποίηση της από το κομμουνιστικό μοντέλο ήταν η ισπανική του 1936. Ο αναρχοσυνδικαλισμος δεν μπόρεσε να επανέλθει σαν μαζικό κίνημα μετά το 1960 – ανκαι υπάρχουν ομάδες η ακόμα και συντεχνίες που εμπνέονται από τον πρακτική του και διάφοροι εργατικοί αγώνες φαίνονται να τον θυμίζουν, η ακόμα και να είναι επηρεασμένοι από πρακτικές του [ ιδιαίτερα λ.χ. οι εργατικοί αγώνες σε Γαλλία και Ιταλία, Ισπανία την δεκαετία του 70 – και μετά]. Όμως ο αναρχοσυνδικαλισμος [και ιδιαίτερα η ισπανική εμπειρία] λειτουργεί και σαν ένα είδος συλλογικού μύθου για το αναρχικό κίνημα – και ήταν η ιστορική έμπνευση πίσω από την έννοια της αυτοδιαχείρισης που εμφανίστηκε στο ευρύτερο εργατικό κίνημα μετά το 1968. Σήμερα λ.χ. ο πιο γνωστός αναρχικός διανοούμενος , ο Ν. Τσόμσκι, εξακολουθεί να επικαλείται τον αναρχοσυνδιαλισμο σαν την πηγή έμπνευσης του.

4. Αναρχο-θρησκευτικό/spiritualist ρεύμα. Με δεδομένο τον ριζοσπαστικό αθεϊσμό πολλών αναρχικών η ιδέα ότι μπορεί να υπάρχουν αναρχικοί που πιστεύουν στον θεό μπορεί να ακούγεται σχήμα οξύμωρο. Υπάρχει όμως ένα τέτοιο ρεύμα – το οποίο εκφράσθηκε οργανωτικά γύρω από την εφημερίδα «catholic worker» στις ΗΠΑ. Ωστόσο αυτό το ρεύμα εκφράζεται περισσότερο από προσωπικότητες παρά από κινήματα – η πιο γνωστή μορφή στον δυτικό κόσμο είναι ο Τολστόι και στην ανατολή/μη-δυτικο κόσμο ο Γκαντι.[7] Η βασική έμφαση εδώ είναι η αμφισβήτηση οποιασδήποτε επίγειας εξουσίας στο όνομα μιας μεταφυσικης/πνευματικης ηθικής. Ευρύτερα αυτό το ρεύμα αγγίζει μια άλλη αμφιταλάντευση του ιστορικού αναρχισμού –απέναντι στην νεωτερικοτητα και τον [ηγεμονικό σε αυτήν την εποχή] επιστημονικό ορθολογικό λόγο. Ανκαι ο αναρχισμός είναι νεωτερικο κίνημα,[8] δεν αντλεί την έμπνευση του μόνο από την νεωτερικοτητα – αντίθετα θεωρεί τον εαυτό του ένα κίνημα ιστορικό με την έννοια της εξελικτικής πορείας. Θα μπορούσε σε αυτά τα πλαίσια να το ονομάσει και κάποιος ένα κίνημα διαμόρφωσης και υλικής εφαρμογης/θεσμοθετησης της "ιδέας της ελευθερίας" – κάτι που σαφώς θα αποκαλούσε «ιδεαλισμό» η μαρξιστική ανάλυση, ενώ στα κοινωνιολογικά πλαίσια θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε «πολιτιστικό»/cultural. Σε αυτά τα πλαίσια οι αναρχικοί αντλούν την ιστορική τους γενεαλογία από την αρχαιότητα [από τον κοσμοπολίτικο στωισμο του Ζήνωνα λ.χ.] από μεσαιωνικά χριστιανικά ρεύματα [όπως η αίρεση των «αδελφών του ελεύθερου πνεύματος» η ριζοσπαστικά κινήματα της προτεσταντικής μεταρρύθμισης] – η έξω από την δύση από εμπειρίες κοινωνικής οργάνωσης χωρίς κράτος [όπως διάφοροι ιθαγενείς πολιτισμοι/κουλτουρες][9] η από πνευματικά ρεύματα όπως ο ταοϊσμός. Όποτε στην ευρύτερη του διάσταση, αυτό το ρεύμα εκφράζει εμπειρίες αντιεξουσιαστικης πρακτικής που ξεφεύγουν από τα δυτικά η τα νεωτερικα-επιστημονικά πλαίσια.

Η κρίση του αναρχισμού στα μέσα του 20ου αιώνα

Αυτά τα ρεύματα οδηγήθηκαν σε μαρασμό μετά την ρωσική επανάσταση και όταν ξέσπασε η αναρχική επανάσταση στην Ισπανία οι διεθνείς υποστηρικτές της ήταν λίγοι – και επίσης λίγοι μπορούσαν να ταυτιστούν μαζί της. Ο αναρχισμός φαινόταν σαν ένα κίνημα που χαρακτήρισε τα πρώιμα σταδία του εργατικού κινήματος – έτσι το παρουσίασε στο κλασικό του έργο «Primitive Rebels» του 1960 ο άγγλος ιστορικός Ε. Χομπσμπαουμ.

Παρά την παρακμή του σαν κοινωνικό κίνημα την περίοδο 1920 -1960/70 , εντούτοις υπήρχε ένας τομεας/μια κοινωνική σφαίρα όπου ο αναρχισμός έβρισκε καταφύγιο – ακόμα και αν δεν εχρησιμοποιητο ο όρος αναρχισμός για να περιγράψει προβληματισμούς η αναζητήσεις που θα μπορούσαν να ταυτιστούν μαζί του. Αυτός ήταν ο τομέας της πολιτιστικής κριτικής – τόσο σαν επέκταση της επαναστατικής θεωρίας στον κοινωνική σφαίρα της κουλτούρας όσο και σαν αναζήτηση των αιτιών της αποτυχίας της επανάστασης στην δύση. Ο σουρεαλισμός [όπως και το νταντά που προηγήθηκε και τον διαμόρφωσε] σαν το κορυφαίο κίνημα του μοντερνισμού, έκφρασε σαφώς μια αναρχική αισθητική όταν έλπιζε να παντρέψει [κατά την διατύπωση του Μπρετόν] την κοινωνική επανάσταση [που αντιπροσώπευε ο Μαρξ με την έκκληση «να αλλάξουμε τον κόσμο»] με την φροϋδική ανάλυση [και την σουρεαλιστικοί έκκληση για απελευθέρωση του υποσυνείδητου], και την μοντερνιστική έκκληση του Ρεμπω «να αλλάξουμε την ζωή». Όμως ο Μπρετόν στα δεδομένα ιστορικά πλαισια/συγκυριες [1920-30] ταύτιζε τον σουρεαλισμό με την αριστερή πτέρυγα του κομμουνιστικού κινήματος. Σε ανάλογο πλαίσιο οι αναζητήσεις της σχολής της Φραγκφούρτης στην Γερμανία προσέγγιζαν επίσης την αναρχική προβληματική για την εξουσία και την αναπαραγωγή της – αλλά σε ένα θεωρητικό πλαίσιο [συνδυάζοντας τον Μαρξ, τον Φρουντ[10] και τον Βέμπερ] το οποίο εκινειτο μακριά από τις θεωρητικές αναφορές του αναρχισμού τότε. Το αποκορύφωμα της υπόγειας σύγκλισης της διανόησης με τον αναρχισμό ήταν ο γαλλικός αθεϊστικός υπαρξισμός του Ζ.Π. Σαρτρ. Ο υπαρξισμός προμήθευε ένα νέο επιστημολογικό πλαίσιο για την αναρχική διεκδίκηση για την a priori αυτονομία του ατόμου. Αλλά σε ένα ιστορικό πλαίσιο όπου ο αναρχισμός εθεωρείτο ένα ξεπερασμένο κινημα/μορφη του εργατικου/επαναστατικου κινήματος, ο Σαρτρ αναπόφευκτα αναζήτησε τρόπους να διαπραγματευτεί την αναρχική θεμελίωση της ατομικής αυτονομίας με τον μαρξιστικό ιστορικό υλισμό – αλλά και την κομμουνιστική πρακτική.[11] Ο Καμυ υπήρξε πιο θετικός απεναντι στο αναρχικό κίνημα στο κλασσικό του έργο « ο εξεγερμένος άνθρωπος» χωρίς όμως η δικιά του πρακτική να σηματοδοτεί κάτι πιο ριζοσπαστικό από τον Σαρτρ.

Η επιστροφή του αναρχισμού την δεκαετία του 1960

Η εμφάνιση της νέας αριστεράς την δεκαετία του 60, η έκρηξη του Μάη του 1968 [που θύμιζε έντονα την αναρχική ιστορική παράδοση] αλλά και των «νέων κοινωνικών κινημάτων» την δεκαετία του 70, επανέφερε τον αναρχισμό στο προσκήνιο – και σαν ένα εναλλακτικό ριζοσπαστικό πλαίσιο σκέψης αλλά και σαν ένα αυτόνομο κίνημα [ανκαι σε αυτή την ιστορική στιγμή ριζωμένο πια σε νεανικές, underground, η εναλλακτικές κουλτούρες παρά στο εργατικό κίνημα]. Μια σειρά από επαναστατικά ρεύματα άρθρωσαν μια ριζοσπαστική κριτική η οποία ανκαι συχνά ερχόταν από μια μαρξιστική αντίληψη, εντούτοις κατέληγε σε ένα είδος αναρχισμού. Τα πιο χαρακτηριστικά από αυτά τα ρεύματα ήταν :

1. ο σιτουασιονισμος. Αυτό το ρεύμα που έγινε γνωστό για την πρακτική του τον Μάη του 68, υπήρξε η πιο ενδιαφέρουσα προέκταση της προσπάθειας του σουρεαλισμου για πάντρεμα της μοντερνιστικής αισθητικής ρήξης με την κοινωνική επανάσταση. Τα 2 κλασσικά πια εργα του ρευματος/ομαδας είναι «η κοινωνία του θεάματος» του Γ. Ντεμπορ [ το οποίο αναλύει την μεταμόρφωση του καπιταλισμού και της εξουσίας στο «ανώτατο στάδιο» -παραφράζοντας τον Λένιν- της αλλοτρίωσης : το θέαμα] και το «η επανάσταση της καθημερινής ζωής» του Ρ. Βανεγκεμ [όπου ο προσδιορισμός του επαναστατικού υποκειμένου ξεφεύγει πια από τον χώρο της οικονομίας και του εργοστασίου και μετατοπίζεται στον χώρο της καθημερινότητας, της βιωμένης αλλοτριωμένης εμπειρίας].[12]

2 . Η παράδοση της ιταλικής αυτονομίας η οποία απλώθηκε σε όλη την Ευρώπη σαν ένα είδος νεανικής συγκρουσιακης κουλτούρας. Αυτή η παράδοση ξεκίνησε σαν μια προσπάθεια να αναλυθούν οι εργατικοί αγώνες διαλεκτικά μέσα από την διερεύνηση της προσαρμογής τόσο του προλεταριάτου όσο και του κεφαλαίου σαν ιστορικών μορφών στην ταξική πάλη. Κατά την δεκαετία του 70 όμως εξελίχθηκε σε μια πορεία παράλληλη με τον προβληματισμό ανάλογων ομάδων στην Γαλλία – δίνοντας έμφαση στην επέκταση του εργοστάσιου στην κοινωνία και την ανάδυση του «κοινωνικού προλεταριάτου».

3. η εναλλακτική κουλτούρα η οποία μπορεί να πει κάποιος ότι αντλεί την έμπνευση της από το κίνημα των χίπηδων [αλλά και από τα ολλανδικά κινήματα των προβος και των καρμπουτερς] και η οποία έγινε το βασικό υπόστρωμα πολιτικό-πολιτιστικών κινημάτων όπως οι πράσινοι στην Ευρώπη. Παράλληλα έχει αναπτυχθεί και μια συγκρουσιακη[13] εναλλακτική σκηνή γύρω από ροκ κουλτούρες,[14] καταλήψεις, και κινηματα/ομαδες κοινωνικής αυτοδιαχείρισης.[15]

Επιπρόσθετα θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι η κριτική [διότι υπάρχει και η εμπορευματική] διάσταση στο ηγεμονικό πολιτιστικό ρεύμα των τελευταίων δεκαετιών, τον μεταμοντερνισμο, έχει σαφώς αναρχικές προεκτάσεις – και καταβολές. Η έμφαση στην «αποδομηση του υποκειμένου»/decentering [και την συνακόλουθη αποδοχή της πολλαπλοτητας/διαφορετικοτητας], στον πολιτιστικό σχετικισμό, στην αμφισβήτηση των ιεραρχιών στο λόγο και στην πολιτιστική παραγωγή [ με την κριτική των "μεγάλων αφηγήσεων" λ.χ.], και η βασική, αξιωματική, καχυποψία απέναντι στην εξουσία[16] και την μια-απόλυτη αλήθεια, είναι χαρακτηριστικά αναρχικές θέσεις – αρθρωμένες βέβαια σε άλλο πλαίσιο και με μια άλλη γλωσσα/φρασεολογια.

Όσον αφορά τις ευρύτερες κοινωνικές δομές φαίνεται ότι υπήρξε μια μετατόπιση της βασικής σφαίρας στην οποία αρθρωνόταν το επαναστατικό κίνημα παλιά σε σύγκριση με σήμερα: από την πολιτική-οικονομία έχουμε περάσει στην σφαίρα της κουλτούρας-καθημερικης ζωής. Το γιατί γίνεται αυτό είναι ακόμα ανοιχτό ερώτημα και σαφώς αξίζει να αναλυθεί : έχει να κάμει με τις δυσκολίες [αφομοίωση του επαναστατικού λόγου /πρακτικής] στην μεταμόρφωση της οικονομίας και του κράτους - η με την μεταβιομηχανική μεταμόρφωση έχει μετατοπιστεί το κέντρου βάρους του ίδιου του καπιταλισμού και του κοινωνικού συστήματος ευρύτερα;

Η προβληματική της κουλτούρας

Για τον Μαρξ η κουλτούρα άνηκε στο εποικοδόμημα. Ο Λουκατς στο «ιστορία και ταξική συνείδηση» έδωσε μια ευρύτερη διάσταση στα αποσπάσματα των μαρξιστικών αναφορών για την κουλτούρα [φέρνοντας ουσιαστικά την επιφάνεια το υπόστρωμα της αρχικής σύνθεσης του Μαρξ]: εισηγήθηκε ότι η ταξική συνείδηση του προλεταριάτου, ακριβώς λόγω της στρατηγικής του θέσης στην κοινωνια/οικονομια, δεν εκφράζει μόνο τα συγκεκριμένα ταξικά οικονομικά συμφέροντα αυτής της τάξης [ η μια συγκεκριμένη πολιτική στρατηγική] αλλά την ευρύτερη ιστορική αναγκαιότητα της κοινωνίας. Η κουλτούρα δηλαδή που χρειάζεται η αριστερά και η επανάσταση δεν μπορεί είναι τίποτα λιγότερο από μια «ιστορική συνείδηση».

Η πιο ενδιαφέρουσα πολιτική προέκταση της μαρξιστικής θεωρίας στην πολιτιστική σφαίρα ήταν η εργασία του Α. Γκραμσι ο οποίος στην προσπάθεια του να κατανοήσει τις δυσκολίες του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού σε μια κοινωνία με ανεπτυγμένους αστικούς θεσμούς [όπως η «κοινωνία των πολιτών», η αστική δημοκρατία – και κατ’ επέκταση η εμπορευματικοποιηση θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος], εισηγήθηκε την ανάγκη η αριστερά [το επαναστατικό κίνημα, κόμμα, χώρος] να δημιουργήσουν μια πολιτιστική ηγεμονία στην κοινωνία πέρα από την επιδίωξη της κατάληψης της πολικής εξουσίας.

Αν κάποιος προσπαθούσε να συνδυάσει τις πιο πάνω θέσεις [που άσκησαν και ασκούν μια μεγάλη γοητεία στην αριστερά και το επαναστατικό κίνημα] θα πρέπει να προσδιορίσει το στόχο της αριστεράς σαν την διεύρυνση της «ιστορικής συνείδησης» στην κοινωνία με στόχο την δημιουργία μιας αντίστοιχης ηγεμονίας.

Από την πλευρά του αναρχισμού το ζήτημα της κουλτούρας ήταν πάντα νευραλγικό ακριβώς γιατί η εξουσία συγκροτείται από την βία και την πειθώ – οποιαδήποτε αναρχικη/ελευθεριακη θεωρία είναι αναγκασμένη να θεωρεί την πολιτιστική παρέμβαση σαν θεμελιώδες μέρος της πρακτικής της. Διότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο η βιαία καταστολή αλλά και η «βούληση για υποταγή» η οποία μπορεί να στηριζόταν προηγουμένως στην παραδοσιακή δουλοπρέπεια του «πατρις-θρησκεια-οικογενεια» [ η οποία έπρεπε να αντιμετωπιστεί με την «ορθολογική απελευθερωτική γνώση»], αλλά σήμερα διαμεσολαβείτε από το εμπόρευμα [το οποίο απαιτεί νέες μορφές ρήξης].

Κατά συνέπεια η σημερινή ανάγκη αριστερης/επαναστατικης πολιτιστικής παρέμβασης πρέπει να δει το στρατηγικό πλαίσιο που μας προσφέρει η μαρξιστική ανάλυση, να εστιάσει στο πρόβλημα της εξουσίας/ιεραρχιας σε όλες τις κοινωνικές της μορφές [διότι ακριβώς σήμερα η δημοτικότητα του αναρχισμού ίσως και να εκφράζει το γεγονός ότι οι κοινωνικές συγκρούσεις εστιάζονται πια σε μια όλο και πιο απομυθοποιημένη σύγκρουση γύρω από την εξουσία στην καθημερινότητα], και να αντιμετωπίσει το ζήτημα του εμπορεύματος στην διαλεκτική του διάσταση – σαν απομυθοποιητικό αλλά και σαν μια νέα μορφή αλλοτρίωσης. Και για το τελευταίο η εργασία του Β. Μπενγιαμιν [και σε ένα άλλο βαθμό/πλαισιο της σχολής της Φραγκφούρτης] υπήρξε προφητική, ενώ η ανάλυση της αριστερής μεταμοντέρνας κριτικής και των αναλυτών από τα νέα κοινωνικά κινήματα [όπως ο φεμινισμός] αγγίζει την ουσία αυτών των διφορούμενων κοινωνικών «καταστάσεων».

Και αυτή η κριτικη/παρεμβαση θα πρέπει αναπόφευκτα να αντιμετωπίσει και το ζήτημα που έθεσε τόσο η ιταλική αυτονομία όσο και ο σιτουσισιονισμος – την βασική μεταμόρφωση [και τις συνακόλουθες εσωτερικές μετατοπίσεις] του συστήματος [τόσο τοπικά όσο και παγκόσμια] το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσει σήμερα η επανάσταση και η επαναστατική παρέμβαση.

Συμπληρωματικά κείμενα:

Anarchism and the new social movements

Μια μεταμοντέρνα «αυτοκρατορία»;



[1] Όσον αφορά τον ουτοπικό σοσιαλισμό οι αναρχικοί ενοιωθα/νοιώθουν πιο κοντά στον Φουριέ παρά στον St. Simon.

[2] Και πριν τον Μπακουνιν θα πρέπει να αναφερει κανείς τον Προυντον.

[3] Βλ. Marx-Engels Reader..

[4] Όπως του Εμιλ Χενρυ και του Ραβασολ..βλ. «Αναρχικοί» Τζεημς Τζολ

[5] Όπως λ.χ. ο Εγκελς στην «καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους»

[6] Μια σειρά από μελέτες ταύτισαν την αρχική φάση του αναρχοσυνδικαλισμου [η της επίδρασης του αναρχισμού] στο εργατικό κίνημα με την θέση/ «φιγούρα» του εργάτη-μάστορα που έλεγχε την παραγωγή. Όμως σε άλλες περιοχές υπήρχαν αναρχοσυνδικαλιστικα κινήματα τα οποία απευθύνονταν και σε ένα ευρύτερο [ μετακινούμενο-μεταναστευτικό] προλεταριάτο.

[7] Για μια αρχική καταγραφη αποσπασμάτων βλ. το “Patterns of anarchy

[8] Οι ιστορικές του ρίζες σαν θεωρητικό πλαίσιο ανάγονται στην αγγλική και την γαλλική επανάσταση – ιδιαίτερα η δημοσίευση του έργου του Γ. Γκοντγουιν «έρευνα πάνω στην πολιτική δικαιοσύνη και η επίδραση της στην γενική αρετή και ευτυχία», το 1793, θεωρείται σαν «θεμελιακή». Βλ. Max Nettlau, “ιστορία της αναρχίας».

[9] Υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση του κινήματος των αμερικανών ιθαγενών [στην βόρεια αμερικη λ.χ.] με το αναρχικό κίνημα. Αλλά και ευρύτερα οι αναρχικοί τείνουν να θεωρούν ότι οι κοινωνίες που προϋπήρξαν του εκμοντερνισμου και της συγκεντροποίησης της εξουσίας στο κράτος αξίζει να τις δει κανείς σαν αυτόνομες εμπειρίες και όχι σαν απλές στιγμές στην ιστορική ροή. Η στήριξη των αναρχικών σε αγροτικά κινήματα ήταν έντονη και κατά την διάρκεια της ρωσικής επανάστασης [στην Ουκρανία] αλλά και στην Ιταλία και Ισπανία. Σε αυτό το πλαίσιο οι αναρχικοί ήταν σκεπτικιστές η εχθρικοί απέναντι στον εθνικισμό σαν την ιδεολογία της συγκέντρωσης της εξουσίας στο κράτος και της πολιτιστικής ομοιογενοποιησης.

[10] Η σύνθεση Μαρξ και Φρουντ που αναδύθηκε σε εκείνο το πλαίσιο [Γερμανία της βαιμαρης/μεσοπολεμου] και η οποία άσκησε μια έντονη γοητεία στον νεοαναρχισμο της δεκαετίας του 60 ήταν η εργασία του Β. Ράιχ.

[11] Βλ. την αναζήτηση/πορεια από το “Being and nothingness” [το οποίο θεμελιώνει μια αναρχική οντολογία] στο “Critique of dialectical reason”.

[12] Μια κεντρική μορφή στην εξέλιξη του σιτουασιονισμου ήταν ο Α. Λεφεβρ και η μαρξιστική ανάλυση της καταναλωτικής κοινωνίας από την οπτική γωνία της αλλοτρίωσης – με έμφαση στο έργο του πρώιμου Μαρξ αλλά και την επέκταση/επανερμηνεια του Λουκατς στο «Ιστορία και ταξική συνείδηση».

[13] Για την οποία καίριες στιγμές παρέμβασης είναι «καταστάσεις» συγκρούσεων η εξεγέρσεων. Σημαντικό ρόλο σε αυτό το «φαντασιακο» της εξέγερσης έχουν οι εκρήξεις των περιθωριοποιημένων κοινωνικών στρωμάτων [λ.χ. μειονοτήτων, μεταναστών – όπως οι εξεγέρσεις στο Μπριξτον την δεκαετια του 80 αλλά και πιο πρόσφατα στα γαλλικά προάστια].

[14] Η έκρηξη του πανκ το 77 σε συνδυασμό με την κορύφωση της ιταλικής αυτονομίας τον ίδιο χρόνο μπορεί να θεωρηθεί σαν μια σημαντική στιγμή στην συγκρότηση αυτής της τασης/κουλτουρας η οποία άνθισε και επεκτάθηκε σε Ολλανδία, Ελβετία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία…

[15] Όπως είναι λ.χ. τα διάφορα indymedia που αναπτύχθηκαν σαν μορφές εναλλακτικής πληροφόρησης.

[16] Βλ. λ.χ. τον διάλογο διαφωνία Χαμπερμας-Φουκω

Τρίτη 6 Μαΐου 2008

ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ - απο ΑΚ Αθήνας

για το μακεδονικό ζήτημα...

Το ζήτημα που έχει προκύψει από τις αρχές του 1990 για την ονομασία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και απασχολεί την ελληνική κοινωνία ως σήμερα, είναι πολύ πιο βαθύ από όσο εμφανίζεται, και σίγουρα ιδιαίτερα σημαντικό για όσους και όσες από εμάς συμμετέχουν στο λεγόμενο ριζοσπαστικό, επαναστατικό, ανταγωνιστικό ή όπως αλλιώς κίνημα. Και είναι σημαντικό για τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, το μακεδονικό ζήτημα με όλες του τις προεκτάσεις είναι βασικός άξονας συγκρότησης του ελληνικού εθνικισμού και του κράτους του. Δεύτερον, υπάρχει το πολύ συγκεκριμένο επίδικο ζήτημα της μακεδονικής μειονότητας στην ελληνική επικράτεια. Τρίτον, απλά και μόνο το γεγονός ότι αυτή η υπόθεση αφορά πλειοψηφικά την ελληνική κοινωνία, η οποία ήδη έχει πάρει θέση, αναδεικνύεται σε δείκτη ωριμότητας και υπευθυνότητας αυτού του κινήματος να πάρει και αυτό θέση δημόσια.

1.το μακεδονικό ζήτημα ως βασικός άξονας συγκρότησης του ελληνικού εθνικισμούΓια να κατανοήσουμε την εθνικιστική στάση της ελληνικής κοινωνίας πρέπει να αντιληφθούμε ότι στην Ελλάδα, όπως και σε όλη τη Βαλκανική, κύριο φαντασιακό αυτοπαράστασης της κοινωνίας αποτέλεσε και αποτελεί, η ιδέα του έθνους στη ρομαντική της εκδοχή, ελλείψει ιδιαίτερης σχέσης με το κίνημα του Διαφωτισμού. Αντίθετα με τον πολιτικό εθνικισμό που αναδύθηκε στην αμερικάνικη και γαλλική επανάσταση, όπου το έθνος συγκροτήθηκε στη βάση πολιτικών σωμάτων ισότιμων πολιτών που δημιούργησαν το σύνταγμά τους ή εναντιώθηκαν στο βασιλιά που δρούσε ενάντια στα συμφέροντα τους, ο ρομαντικός εθνικισμός επικαλείται το αίμα, το αρχέγονο της καταγωγής και της γλώσσας και το ένδοξο παρελθόν. Στην περίπτωση της Ελλάδας πρέπει να προσθέσουμε και τη συνύφανση της ορθοδοξίας στον εθνικό μύθο, η οποία ακόμη και σήμερα πηγαίνει χέρι-χέρι με το ελληνικό κράτος και εθνικισμό. Χαρακτηριστικό του ρομαντικού εθνικισμού είναι ότι αποκρύπτει την ιστορικότητα της δημιουργίας του εκάστοτε έθνους και δημιουργεί την πεποίθηση ότι το συγκεκριμένο έθνος υπήρχε ανέκαθεν. Αυτό το πλαίσιο συγκροτεί ένα βαθιά υπερβατικό και ετερόνομο θεμέλιο θέσμισης της κοινωνίας. Η εθνικιστική κοινωνία φαντάζει σαν ένας εκτεταμένος ιδιόκοσμος, φαντάζεται δηλαδή τον εαυτό της σα να είναι το κέντρο του κόσμου και της ιστορίας, να βάλλεται από κάθε κατεύθυνση και φυσικά εχθρεύεται ο,τιδήποτε απειλεί αυτήν την τάξη πραγμάτων. Και ό,τι δεν μπορεί να το αφομοιώσει, φυσικά προσπαθεί να το εξολοθρεύσει. Για αυτό και τα τυπικά επιχειρήματα κάποιας Ελληνίδας ή κάποιου Έλληνα εναντίον της συνταγματικής ονομασίας της Δημοκρατίας της Μακεδονίας είναι ότι "ο Μέγας Αλέξανδρος μίλαγε ελληνικά όχι βουλγάρικα" ή ότι "τη Μακεδονία την κατοικούσαν από τα αρχαία χρόνια οι Έλληνες", για αυτό και η συγκάλυψη ή και άρνηση ακόμα ύπαρξης της μακεδονικής μειονότητας και της καταπίεσής της.

Αν και υπάρχει μια τάση "υποβίβασης" του ζητήματος σε ιστορικό από πολιτικό, αναγκαία είναι η ιστορική αναφορά και στα εγκλήματα του ελληνικού κράτους στην προσπάθειά του να δημιουργήσει το ελληνικό έθνος. (Να σημειώσουμε ότι το ζήτημα δεν είναι ιστορικό (πόσο μάλλον γεωραφικό που παρουσιάζεται), γιατί τότε το μόνο που θα αρκούσε για την επίλυσή του θα ήταν ένα καλό βιβλίο ιστορίας, αλλά ούτως ή άλλως τέτοια υπάρχουν αρκετά.) Το ελληνικό κράτος από τη στιγμή της ίδρυσής του προβάλλει το αίτημα ότι ο ιστορικός του ρόλος, να συμπεριλάβει στην έκτασή του το σύνολο του ιστορικού ελληνισμού, μένει ανικανοποίητος. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Σε αυτές τις περιοχές που διεκδικεί το ελληνικό κράτος κατοικούν και άλλοι άνθρωποι οι οποίοι δύσκολα μπορούν να χαρακτηριστούν "Έλληνες" αφού είναι Αρβανίτες, Βλάχοι, Μουσουλμάνοι( Τούρκοι δηλαδή), Σλάβοι, Βούλγαροι και διάφορες άλλες εθνοτικές ομάδες. Στη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας όμως υπάρχει ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα και άνθρωποι που αυτοπροσδιορίζονται εθνικά ως "Μακεδόνες". Το 1893 ιδρύεται η ΕΜΕΟ με πρόγραμμα την ανεξαρτητοποίηση του μακεδονικού κράτους και την δημιουργία μιας βαλκανικής ομοσπονδίας. Κορύφωση αυτής της κίνησης ήταν η εξέγερση του Ηλι-ντεν το 1903, η οποία καταπνίχτηκε στο αίμα από το Σουλτάνο. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα του 1897, όταν ο ελληνικός στρατόςνικήθηκε κατά κράτος από τον οθωμανικό, το ελληνικό κράτος προετοιμάζει ξανά την επέλασή του προς το Βορρά. Στέλνει στην περιοχή της Μακεδονίας παραστρατιωτικές ομάδες γνωστές ως "Μακεδονομάχους" με σκοπό τον προσεταιρισμό του ορθόδοξου πληθυσμού και την εκτόπιση του βουλγαρικού και του μουσουλμανικού στοιχείου από την περιοχή. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι Μακεδονομάχοι έχουν μείνει στην εθνική μυθολογία ως ήρωες που πολέμησαν έναν άνισο πόλεμο, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που έκαναν ήταν ό,τι κάνει κάθε στρατός: φόνους, βιασμούς, εμπρησμούς, καταστροφές. Με τους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13 το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας πηγαίνει στο ελληνικό κράτος, ένα στο σερβικό και ένα στο βουλγάρικο. Το πρόβλημα όμως παρέμενε το ίδιο. Στο μεγαλύτερο μέρος της η Μακεδονία δεν ήταν ελληνική! Χαρακτηριστική είναι η φράση του Χ. Τρικούπη: "Όταν έλθει ο μέγας πόλεμος η Μακεδονία θα γίνει Ελληνική ή Βουλγαρική κατά τον νικήσαντα. Αν τη λάβωσιν οι Βούλγαροι θα εκσλαβίσωσι τον πληθυσμόν. Αν ημείς την λάβομεν, θα τους κάνομεν όλους έλληνας μέχρι της Ανατολικής Ρωμυλίας". Σύμφωνα με στοιχεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πριν από τον πόλεμο μόνο το 10% περίπου του πληθυσμού αποτελείτο από ελληνόφωνες Μακεδόνες, ενώ το 40% αποτελείτο από σλαβόφωνες Μακεδόνες και το υπόλοιπο 40% από Μουσουλμάνους Μακεδόνες. Σχετικά ολιγάριθμα πληθυσμιακά στοιχεία της Μακεδονίας αποτελούσαν οι λατινόφωνοι Βλάχοι, οι Αλβανοί, οι Εβραίοι και οι Τσιγγάνοι. Πλειοψηφικό στοιχείο αποτελούσαν οι Εβραίοι μόνο στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Από την κατάκτηση και έπειτα όμως εκτοπίζονται χιλιάδες εξαρχικοί Μακεδόνες και Μουσουλμάνοι και στη θέση τους εγκαθίστανται Έλληνες πρόσφυγες. Αν και το ελληνικό κράτος σήμερα δε δέχεται επίσημα την ύπαρξη μακεδονικής μειονότητας στην επικράτειά του, τότε γνώριζε καλά ότι υπήρχε. Από το πλήθος αποδεικτικών στοιχείων χαρακτηριστικότερο είναι η έκδοση του (σλαβο)μακεδόνικου αλφαβηταρίου ABECEDAR το 1925. Με βασικό άξονα την ομογενοποίηση της περιοχής από το 1926 αρχίζει η συστηματική εθνοκάθαρση των (σλαβο)μακεδόνων από το ελληνικό κράτος με το κλείσιμο των σχολείων τους, την απαγόρευση χρήσης της γλώσσας τους ακόμη και στον ιδιωτικό τους χώρο, με δημόσιες τελετές αποκήρυξης της γλώσσας τους, με αλλαγές τοπωνυμίων και ονομάτων με φυλακίσεις και βασανισμούς. Ο δεύτερος γύρος εθνοκάθαρσης της περιοχής από τους (σλαβο)μακεδόνες συντελείται μετά από το τέλος του εμφυλίου πολέμου και την ήττα του ΔΣΕ. Τότε πολλοί (σλαβο)μακεδόνες που συμμετείχαν στο ΔΣΕ αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο εξωτερικό ως πολιτικοί πρόσφυγες, λόγω της πολιτικής του μετεμφυλιακού ελληνικού κράτους. Το 1982 το ΠΑ.ΣΟ.Κ. επέτρεψε την επιστροφή όλων των πολιτικών προσφύγων στη χώρα πλην αυτών που ήταν ʽʽμη Έλληνες το γένοςʼʼ. Τα περί κατασκευασμένου από τον Τίτο μακεδονικού έθνους όπως γίνεται φανερό, στο βαθμό που συγκαλύπτει την ύπαρξη αυτών των ανθρώπων, είναι μπούρδες.

2. τα έθνη κράτη είναι (και στα Βαλκάνια) πολιτικές κατασκευές

Ούτως ή άλλως η Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας υπάρχει από το 1945, χωρίς ποτέ να υπάρξει τόσο σοβαρό πρόβλημα διμερών σχέσεων μέχρι το 1991, όταν η Δημοκρατία της Μακεδονίας κήρυξε την ανεξαρτησία της. Μάλλον γιατί δεν ετίθετο από κάποιον ως τότε ζήτημα αναγνώρισης της μακεδονικής μειονότητας στην ελληνική επικράτεια. Επίσης γελοία είναι η ρητορική περί απειλής της Ελλάδας από τη Δημοκρατία της Μακεδονίας, ενός κράτους στρατιωτικά υποδεέστερο από το ελληνικό, τη στιγμή μάλιστα που το τελευταίο είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Ενός κράτους οικονομικά εξαρτημένου, αφού τη στιγμή που το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας "διαρρηγνύει τα ιμάτιά του" για το όνομα και την ελληνικότητα της Μακεδονίας, τα ελληνικά κεφάλαια αλωνίζουν στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, αναδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι ενώ, αντίθετα από τις επιθυμίες μας, μερικές φορές οι προλετάριοι έχουνε πατρίδα, το κεφάλαιο δεν έχει καμιά.
Είναι σημαντικό βέβαια να αναφέρουμε ότι και στη Δημοκρατία της Μακεδονίας αυτήν τη περίοδο συντελείται η ανάδυση ενός εθνικισμού (αντιπαραθετικού και πυροδοτούμενου από τον ελληνικό), με τη μακεδονική κοινωνία να μοιάζει με εργαστήρι παραγωγής έθνους. Μπορεί να δει κανείς εκεί την κατασκευή της εθνικιστικής ιστοριογραφίας, μυθολογίας και μίσους, με γραφικές μετονομασίες οδών και συλαλλητήρια. Η ανάρτηση ελληνικών σημαιών με τη σβάστικα βέβαια δεν απέχει πολύ από το ελληνικό συνήθειο αναπαράστασης της σημαίας των Η.Π.Α. με τη σβάστικα. Και τα επεισόδια σε ελληνικούς στόχους στη Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι στο ίδιο μήκος κύματος με τα εθνικιστικά συλλαλητήρια στην Ελλάδα, όπου κυριαρχούσε το σύνθημα "η λύση είναι μία, σύνορα με τη Σερβία". Όπως επίσης η καταπίεση των μακεδόνων πολιτών που ζητούν βουλγαρικό διαβατήριο (μεταξύ αυτών και ο μέχρι πρότινος Μακεδόνας εθνικιστής πρωθυπουργός Λιούμπτσο Γκεοργκέφσκι!) και η αντιμετώπισή τους ως προδότες εντάσσεται στο ίδιο εθνικιστικό πλαίσιο. Οι παρακινδυνευμένες αλλαγές τοπωνυμίων (αγαπημένη τακτική και του ελληνικού κράτους) και η προγονική επίκληση στο ʽʽΜεγαλέξαντροʼʼ είναι όντως αρκετά χοντροκομμένα. Αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ενώ η Ελλάδα είχε περίπου έναν αιώνα να κατασκευάσει τη δική της εθνική ταυτότητα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται), η Δημοκρατία της Μακεδονίας είχε μόλις μια 15ετία! Η πολιτική σκοπιμότητα του ελληνικού κράτους μη αναγνώρισης της συνταγματικής ονομασίας της Δημοκρατίας της Μακεδονίας είναι συγκεκριμένη. Αναγνώριση του ονόματος σημαίνει αναγνώριση της μακεδονικής εθνότητας και της αντίστοιχης μακεδονικής μειονότητας και της εθνοκάθαρσής της, και κάτι τέτοιο αποτελεί απειλή για τους εθνικιστικούς μύθους των Ελλήνων.

3. Ελλάδα: το αφεντικό των Βαλκανίων

ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ πΓΔΜ (2006)
o μακεδονικό ζήτημα αποτελεί πλήγμα για την εικόνα της "ψωροκώσταινας" Ελλάδας, του ανάδελφου έθνους που όλες οι δυνάμεις το χτυπούν αλύπητα, αυτό όμως αντιστέκεται και συνεχίζει την πορεία του. Παραθέτουμε από την ιστοσελίδα του υπουργείου εξωτερικών: «Το μέγεθος των ελληνικών επενδύσεων, σύμφωνα με το επενδεδυμένο κεφάλαιο είναι ανώτερο του επισήμως εγγεγραμμένου και ανέρχεται σε 950 εκατ. καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση, απασχολούν άνω των 20.000 ατόμων και οι σαράντα μεγαλύτερες εταιρείες ελληνικών συμφερόντων σε πΓΔΜ διαθέτουν επενδεδυμένο κεφάλαιο 830 εκατ.»

Εταιρεία σε πΓΔΜ Εταιρεία σε Ελλάδαεπένδυση() δραστηριότητααριθμός υπαλλήλων

OKTA -SKOPJE AD ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ 200.000.000 ΔΙΥΛΙΣΤΗΡΙΟ 950

STOPANSKA BANKA ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 178.000.000 ΤΡΑΠΕΖΑ 1.166
COSMOFON ΟΤΕ 135.000.000 ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ 300
USJE CEMENTARNICA ΤΣΙΜΕΝΤΑ ΤΙΤΑΝ 75.000.000 ΤΣΙΜΕΝΤΟ 600
PIVARA ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΖΥΘΟΠΟΙΙΑ 60.000.000 ΤΡΟΦΙΜΑ / ΠΟΤΑ 400
MERMEREN KOMBINAT ΜΑΡΜΑΡΑ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ 50.000.000 ΜΑΡΜΑΡΟ 451
VERO-VEROPOULOS ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ 40.000.000 SUPERMARKET 421
ALPHA BANK ALPHA BANK 25.000.000 ΤΡΑΠΕΖΑ 79
ZITOLUKS ELBISKO-ΦΙΛΙΠΠΟΥ 15.000.000 ΤΡΟΦΙΜΑ 1.200
NIKAS SKOP DOO NIKAS 7.000.000 ΤΡΟΦΙΜΑ 52
RODON HAPPENING ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΓΚΙΝΗΣ 6.000.000 ΕΝΔΥΜΑΤΑ 608
STRUMICA TABAK L. TOBACCO MICHAILIDIS 4.600.000 ΚΑΠΝΑ 400
PASCALIN PASCALIN 3.969.000 ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΦΕ 24
DS STEEL DS STEEL 3.500.000 ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ 145
LARIN MRAMOR AD ΜΑΡΜΑΡΑ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ 3.000.000 ΜΑΡΜΑΡΟ 42
KRI-KRI KRI-KRI 2.930.000 ΓΑΛΑΚΤΟΜΙΚΑ 31
NESTLE ICE SKOPJE DELTA DAIRY HELLAS 2.000.000 ΓΑΛΑΚΤΟΜΙΚΑ 35
ELLASKOM HELLASCOM 2.000.000 ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΙΕΣ 20
DOJRAN STEEL ΣΙΔΕΝΟΡ 2.000.000 ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ 200
DS FOOD DS STEEL 1.700.000 ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ 22
ELENA-M Κ. ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΙΔΗΣ 1.400.000 ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑ 330
KUZMAN&DAMIAN Π. ΑΡΓΥΡΙΑΔΗΣ 1.300.000 ΙΑΤΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ 12
ALUMIL SYSTEMS ALUMIL HELLAS 1.000.000 ΑΛΟΥΜΙΝΙΟ 2
IRON FROZEN ΧΡΗΣΤΟΣ ΙΡΟΥΚΗΣ 1.000.000 ΤΡΟΦΙΜΑ 200

Ήταν βέβαια αυτή η Ελλαδίτσα που από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα έχει υπερδιπλασιάσει τα εδάφη της, που το 1992 συζητούσε το σενάριο διαμελισμού της Δημοκρατίας της Μακεδονίας από κοινού με το σφαγέα Μιλόσεβιτς, της επέβαλε εμπάργκο το 1994 και τώραασκεί veto για την ένταξή της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ. Φυσικά δε μας κόπτει εάν η Δημοκρατία της Μακεδονίας θα ενταχθεί στο στρατιωτικό και δολοφόνο οργανισμό του ΝΑΤΟ. Θέλουμε να αναδείξουμε τη συνεπή ιμπεριαλιστική και ηγεμονική στάση του ελληνικού κράτους στην περοχή. Από τη πλευρά μας ελπίζουμε ότι η ίδια η μακεδονική κοινωνία θα αντισταθεί σε αυτή τη κίνηση του μακεδονικού κράτους και στεκόμαστε αλληλέγγυοι/ες στις αντινατοϊκές, αντικαπιταλιστικές και αντικαθεστωτικές φωνές εκεί.

Κριτική πρέπει να γίνει οπωσδήποτε και στην αριστερά (εκτός φωτεινών εξαιρέσεων) εντός και εκτός κοινοβουλίου, η οποία εν ονόματι ενός συνωμοσιολογικού αντι-ιμπεριαλισμού και αντι-αμερικανισμού έχει ενσωματώσει (όχι με μεγάλη δυσκολία) μέρος της πατριωτικής-εθνικιστικής ρητορικής σε πολλά ζητήματα της λεγόμενης "εξωτερικής πολιτικής" όπως και τώρα όσον αφορά το μακεδονικό. Με μικρομέγαλες συμπεριφορές (του τύπου ʽʽαν ήμουν κυβέρνηση εγώ θα..ʼʼ), διατυπώνονται απόψεις του τύπου "δεν μπορούμε να δώσουμε λευκή επιταγή στον ιμπεριαλισμό όσον αφορά το όνομα&", απόψεις που είναι ξεκάθαρο (τουλάχιστον για αυτούς που βλέπουν) ότι πριμοδοτούν τον ελληνικό εθνικισμό. Κριτική πρέπει να γίνει όμως και σε λογικές που υποβιβάζουν το ζήτημα με λαϊκισμούς όπως "προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη από τα σημαντικά ζητήματα&".

Το γεγονός ότι τις μακεδονικές θέσεις τις υπερασπίζονται οι Η.Π.Α., ότι υπάρχουν κόντρες συμφερόντων του ρωσικού και αμερικανικού ʽʽτόξουʼʼ στα Βαλκάνια, ότι ο μακεδονικός εθνικισμός είναι υποκινούμενος από κάποια ʽʽσκοτεινά συμφέρονταʼʼ, πολύ ή λίγο έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Είναι ένας ακόμη λόγος όμως όχι τόσο για το ελληνικό κράτος όσο για την ελληνική κοινωνία να αλλάξει γραμμή πλεύσης εγκαταλείποντας τον εθνικισμό και να προτάξει τη συναδέλφωση των λαών και την ισότητα των μειονοτήτων πάνω σε διεθνιστικές βάσεις, και όχι βάσεις ʽʽισορροπίας δυνάμεωνʼʼ και ʽʽεθνικών συμφερόντωνʼʼ.

4. η εθνική ενότητα είναι παγίδα

Ψευτοδιλήμματα δεν υπάρχουν. Όταν η κοινωνία θέτει στο σύνολό της ζητήματα είσαι υποχρεωμένος να πάρεις θέση. Αλλιώς δεν κάνεις πολιτική. Εμείς που προσεγγίζουμε τα πράγματα από την αντικρατική, διεθνιστική μεριά οφείλουμε να αντιπαλέψουμε κάθε εθνικισμό και μισαλλοδοξία. Οφείλουμε να παλέψουμε για μια κοινωνία που η διάκριση σε εθνότητες θα είναι αδιάφορη και δε θα αποτελεί αιτία πολέμων, σφαγών και διακρίσεων. Οφείλουμε να παλέψουμε για μια κοινωνία όπου η ίδια στο σύνολό της θα αποφασίζει για τις υποθέσεις της απαλλαγμένη από το γραφειοκρατικό βραχνά του κράτους. Αυτή η πάλη όμως αρχίζει σήμερα με την αναγνώριση και ισοτιμία των μειονοτήτων, το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, την αποεθνικοποίηση του δημόσιου χώρου κα βέβαια την εκδίωξη της εκκλησίας από αυτόν. Για όλα αυτά λοιπόν, παλεύουμε σήμερα :

- για την αναγνώριση της μακεδονικής μειονότητας, της γλώσσας της και της παράδοσή της και την άνευ όρων επιστροφή των μακεδόνων πολιτικών προσφύγων.
- ενάντια στον ελληνικό (και κάθε) εθνικισμό- οικονομικό ιμπεριαλισμό.
- για τον κοινό αγώνα εργαζομένων-κοινωνιών σε Ελλάδα-Μακεδονία-Βαλκάνια, ενάντια στο κεφάλαιο και τα κράτη και τους σχεδιασμούς τους.

Αντιεξουσιαστική Κίνηση Αθήνας